ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΟΑ΄-4.2.1992 (Ν.2021/1992): Ταμείο διαχείρισης πιστώσεων για την εκτέλεση αρχαιολογικών έργων.
Όταν ξεκινάει μία συζήτηση για τον πολιτισμό, όλοι δηλώνουμε σύμφωνοι, έτοιμοι, να συνεργαστούμε, να συνταυτίσουμε τις απόψεις μας και να προχωρήσουμε από κοινού στην επίλυση αυτών των προβλημάτων. Αυτό είναι κάτι χαρμόσυνο. Και αυτή είναι η δική μου στάση. Γιατί όντως στα θέματα που αφορούν την πολιτιστικής μας κληρονομιά και τη σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία, δεν νοούνται αποκλίσεις φορτισμένες με κομματικά κριτήρια και κομματικές αντιπαραθέσεις.
Ήλπιζα πράγματι, ότι το νομοσχέδιο, που μόνο ένα μικρό κομμάτι των προβλημάτων του Υπουργείου Πολιτισμού αντιμετωπίζει και μάλιστα με τρόπο άμεσο και εξαιρετικά πρακτικό, θα συγκέντρωνε όντως, αν όχι τη συμφωνία σε όλα τα σημεία -η ανταλλαγή απόψεων και η διαφωνία είναι θεμιτή και χρήσιμη-τουλάχιστον μία κοινή στάση και μία κοινή αντιμετώπιση, ένα πνεύμα συνεργασίας και συναίνεσης, που θα τεκμηρίωνε αυτή την αρχική θέση, στην οποία δηλώνουμε εξ υπαρχής όλοι σύμφωνοι. Όμως η στάση των συναδέλφων της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και εν μέρει των συναδέλφων του Συνασπισμού και του Κομμουνιστικού Κόμματος, μου έδωσαν την αίσθηση, από τις τοποθετήσεις τους σε αυτό το νομοσχέδιο, ότι λίγο-πολύ, ενώ όλοι ξεκινούμε με μία κοινή τοποθέτηση και με μία κοινή διάθεση συμφωνίας, στο τέλος καταλήγουμε “μαζί να μιλάμε και χώρια να καταλαβαίνουμε” και μαζί να διαβάζουμε και πάλι χώρια να καταλαβαίνουμε.
Αρχίζω όμως από μερικές γενικές παρατηρήσεις, διότι με υποχρεώνει σε αυτό η τοποθέτηση του συναδέλφου, εισηγητή της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Μας κατηγόρησε κατ’ αρχήν, ότι φέρνουμε ένα νομοσχέδιο παρεμπιπτόντως και πυροσβεστικά, αντί να φέρουμε κάτι ολοκληρωμένο, που θα λύνει καίρια προβλήματα της πολιτιστικής μας πολιτικής.
Και θα ήθελα να ρωτήσω τον κύριο συνάδελφο, τι ολοκληρωμένο, τι καλομελετημένο και τι συγκροτημένο ως νομοσχέδιο τουλάχιστον ήλθε 8 χρόνια που κυβερνούσατε την Ελλάδα, για να μπορέσουμε να πούμε “α, εδώ έγινε ένα θετικό βήμα”. Κανένα περιμένω να ακούσω τον αντίλογό σας και για να το συζητήσουμε. Και εάν αυτή τη στιγμή υποχρεωνόμαστε να φέρνουμε όντως πυροσβεστικά και εσπευσμένα ένα νομοσχέδιο με την πρόθεση να συντηρήσουμε τη συνέχεια των αρχαιολογικών έργων και προπαντός να μην αφήσουμε στο δρόμο τους εργαζομένους, αυτό οφείλεται στην αδιαφορία σας, που επί 8 ολόκληρα χρόνια ανεχθήκατε να εφαρμόζεται ένα σύστημα χρηματοδότησης των έργων αυτών, των σημαντικότερων έργων που έχουμε στην Ελλάδα, με ένα σύστημα τουλάχιστον ανορθόδοξο. Τι ανεχθήκατε δηλαδή; Να φεύγουν τα χρήματα των δημοσίων επενδύσεων, που κατευθύνονταν σε αυτά τα 10 σημαντικότατα αρχαιολογικά έργα της Ακρόπολης, της Επιδαύρου, της Πύλου, της Λίνδου και τόσα άλλα που αναφέρονται εδώ, ανεχθήκατε τα χρήματα αυτά να πηγαίνουν σε ένα ιδιωτικό φορέα, σεβαστό βεβαίως και κύρους φορέα, όπως είναι η Αρχαιολογική Εταιρεία, αλλά εν πάση περιπτώσει ένα ιδιωτικό σωματείο, και από κει και πέρα να αδιαφορείτε για τη συνέχεια. Βόλευε βέβαια η Αρχαιολογική Εταιρεία. Σας πληροφορώ ότι το σύστημα αυτό ξεκίνησε το 1980 και συνεχίστηκε από σας έως και την ημέρα που αφήσατε την εξουσία. Συνεχίστηκε και επί οικουμενικής κυβερνήσεως, συνεχίστηκε από εμάς στο πρώτο διάστημα που αναλάβαμε, ώσπου ήλθε η ώρα να το λύσουμε. Και μόνο εμείς παίρνουμε την ευθύνη και την πρωτοβουλία να το λύσουμε, και να το λύσουμε με έναν τρόπο υγιή και καλοβαλμένο, ενώ εσείς 8 ολόκληρα χρόνια ανεχόσαστε τον ανορθόδοξο τρόπο της παρεμβολής ενός ιδιωτικού σωματείου. Διότι τι κάνατε; Δίνατε τα χρήματα στην Αρχαιολογική Εταιρεία, η οποία με βάση τις αποφάσεις και τους προγραμματισμούς των εφοριών εκτελέσεως αυτών των έργων, έκανε και τις προσλήψεις, έκανε και τους διαγωνισμούς, έκανε και τις προμήθειες και οτιδήποτε άλλο. Και ποιος ήταν ο έλεγχος που ασκούσατε πάνω σε αυτή την Εταιρεία, την Αρχαιολογική; Δεν μέμφομαι, ίσα-ίσα τιμώ την Αρχαιολογική Εταιρεία και την ευχαριστώ και για λογαριασμό σας για το έργο που έκανε. Αλλά ποιος ήταν ο έλεγχος και η διαφάνεια, την οποία εξασφαλίζατε με το σύστημα αυτό, που ανεχθήκατε 8 ολόκληρα χρόνια; Ώσπου ήλθε βεβαίως το πλήρωμα του χρόνου. Η Αρχαιολογική Εταιρεία έπειτα και από τη θεσμοθέτηση από τη δική μας Κυβέρνηση του άρθρου 77, που επιβάλλει τον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και στα ιδιωτικά νομικά πρόσωπα που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα, είπε “δεν έχω κανένα λόγο να εκτίθεμαι σε αυτούς τους κινδύνους”.
Συνεπώς, κύριοι συνάδελφοι, μην μέμφεσθε εμάς, γιατί ερχόμαστε και φέρνουμε αυτό το νομοσχέδιο εσπευσμένα και ζητούμε την ψήφισή του, αλλά να μέμφεσθε τον εαυτό σας, που ανεχθήκατε αυτήν την κατάσταση 8 ολόκληρα χρόνια.
Αλλά πείτε μου και ποιο άλλο έργο ολοκληρωμένο έγινε 8 ολόκληρα χρόνια, για να κατηγορείτε εμάς που ενάμιση χρόνο δεν φέραμε δήθεν κάτι καινούργιο; Μήπως προχωρήσατε το μεγάλο, το σημαντικό και εθνικά σήμερα πρώτης σημασίας έργο της Βεργίνας, την κατασκευή του στεγάστρου των τάφων της Βεργίνας; Το 1983 πέρασε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο το σχέδιο στεγάσεως των τάφων της Βεργίνας. Το 1984 διετέθησαν όλες οι πιστώσεις. Και πότε άρχισε το έργο, κύριοι συνάδελφοι; Το 1990. Και το Απρίλιο ή το καλοκαίρι του 1992 θα παραδώσουμε το στέγαστρο της Βεργίνας και τη διαμόρφωση ολόκληρου του χώρου τελειωμένα για να την επισκέπτονται και οι Έλληνες και ολόκληρος ο κόσμος και να τεκμηριώσουμε την ελληνικότητα της Μακεδονίας επί τόπου.
Γιατί δεν ξεκίνησε από το 1983; Μήπως προχώρησε το Μουσείο της Ακροπόλεως; Μήπως έγινε κανένα βήμα για να αποκτήσουμε τον χώρο εκείνο, με τον οποίο ευπρόσωπα μπορούμε να διεκδικήσουμε τα μάρμαρα του Παρθενώνα; Δύο άγονοι διαγωνισμοί και τελικά ήρθαμε εμείς να κάνουμε τον τελευταίο διεθνή διαγωνισμό, να απονείμουμε το πρώτο βραβείο, να κάνουμε ολόκληρη την προεργασία, και σας πληροφορώ ότι σε δύο εβδομάδες υπογράφεται η σύμβαση για την προμελέτη και την οριστική μελέτη.
Μήπως, ηλεκτροδοτήθηκε η Δήλος; Οι εργαζόμενοι 8 ολόκληρα χρόνια περίμεναν το στοιχειωδέστερο για την ασφάλεια των χώρων και την άνεσή τους, ένα ηλεκτρικό καλώδιο για να ηλεκτροδοτηθεί η Δήλος. Τίποτε δεν έγινε και η Δήλος ηλεκτροδοτήθηκε αυτό το καλοκαίρι.
Και βεβαίως αναφέρατε ως παράδειγμα νόμου αποσπασματικού τον ν. 1948, που ψηφίσαμε πέρυσι το καλοκαίρι και που ίδρυσε το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, δηλαδή τη δωρεά του Φοίβου του Ανωγειανάκη. Όμως ο Φοίβος Ανωγειανάκης το 1979 έκανε τη δωρεά, το 1980 αγοράστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού το σπίτι στην Πλάκα, και τι έγινε ως το 1990; Τίποτα απολύτως, ενώ μέσα σε εννέα μήνες επισκευάστηκε το κτίριο, έγινε η έκθεση και εγκαινιάσαμε το Μουσείο Λαϊκών Οργάνων το καλοκαίρι, έχοντας προηγουμένως ψηφίσει και το νόμο.
Θα μιλήσω και για το τζάμι στην πλατεία Μοναστηρακίου, που και αυτό περίμενε την αναστήλωση και την έκθεση των κεραμικών και εγκαινιάστηκε αυτόν το χρόνο. Έχουμε επίσης το Μουσείο Ζυγομαλά, το σπίτι του Σικελιανού στους Δελφούς. Και θα μιλήσω και για θεσμικά ζητήματα, όπως είναι τα πνευματικά δικαιώματα, που έχουμε έτοιμο το σχέδιο και είμαστε υπερήφανοι για την προοπτική μέσα στους επόμενους μήνες να ψηφίσουμε αυτό το μοναδικής σημασίας για τους πνευματικούς δημιουργούς και καλλιτέχνες και εκτελεστές, νομοθέτημα.
Επομένως, κύριοι συνάδελφοι, αντί να επιδιδόμαστε σε κριτική και σχολιασμούς, που δεν στέκουν (δεν στέκουν από τα πράγματα, όπως είδατε), καλύτερα είναι να συμμαζέψουμε τις σκέψεις μας και να συνεργαστούμε σε πιο απλά και ταπεινά πράγματα και τελικά να κατορθώσουμε να συνεννοηθούμε έστω σε ένα τέτοιο απλό και περιστασιακό –το δέχομαι- νομοσχέδιο.
Μπαίνω λοιπόν αμέσως στο νομοσχέδιο για να δείτε ότι οι ανησυχίες, οι οποίες είναι καλόπιστες και προέρχονται από τη διάθεση κατοχύρωσης του πολιτισμού, των εργαζομένων και γενικά της διαχείρισης των πραγμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού, για να δούμε μαζί ότι αυτές οι ανησυχίες, αυτοί οι φόβοι και αυτές οι αιτιάσεις δεν έχουν πράγματι δικαιολογία, με βάση το παρόν νομοσχέδιο.
Όπως είπα στην αρχή, αυτό το νομοσχέδιο έρχεται να λύσει εσπευσμένα ένα μεγάλο πρόβλημα, επειδή η Αρχαιολογική Εταιρεία είπε για τους λόγους της (οι οποίοι είναι και σεβαστοί και κατανοητοί) “σταματώ το σύστημα που ακολουθούσα δέκα ολόκληρα χρόνια και με αφήνατε με κάθε άνεση να το εφαρμόζω και να το εκτελώ, όπως εγώ θέλω”. Είναι δικαίωμά της. Από κει και πέρα τι κάνουμε;
Άκουσα μια πρόταση: όλα τα κονδύλια να τα διαχειρίζεται το Υπουργείο μέσω των Εφοριών. Είναι μια πρόταση, που την υποστηρίζει μια κατηγορία εργαζομένων, ασχέτων όμως με αυτά τα έργα -θα αναφερθώ εν συνεχεία στο θέμα των εργαζομένων και ιδιαίτερα των ενδιαφερομένων με αυτό το νομοσχέδιο- που λένε να διαχειρίζονται τις πιστώσεις οι Εφορίες, όπως όλα τα υπόλοιπα έργα.
Μα, είναι σαφές, κύριοι συνάδελφοι, γιατί χρειάζεται η παρεμβολή ενός νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου. Διότι αυτά τα σπουδαία και εξειδικευμένα αναστηλωτικά έργα και έργα συντηρήσεως πρέπει να έχουν τη δυνατότητα ευελιξίας. Δηλαδή, ποια δυνατότητα; Πρώτα απ’ όλα, να προσλαμβάνουν προσωπικό εξειδικευμένο με ικανότητες εργασίας και απόδοσης, κυρίως τεχνικό προσωπικό, που δεν μπορεί να μισθοδοτείται σύμφωνα με τα ισχύοντα στο Δημόσιο. Και είναι γνωστά τα λεγόμενα πριμ που ισχύουν για μερίδα των εργαζομένων σε αυτά τα έργα, δηλαδή πρόσθετες απολαβές, απλούστατα για να τους κρατήσουμε, να τους εξασφαλίσουμε αυτούς τους εργαζομένους, διότι έχουν εξειδικεύσεις στο λίθο ή στο μάρμαρο ή σε άλλες λεπτές εργασίες συντήρησης, αναστήλωσης, κ.λπ. που δεν είναι δυνατόν αλλιώς να βρούμε αυτό το εξειδικευμένο προσωπικό, διότι κάλλιστα στην ελεύθερη αγορά βρίσκουν πολύ καλύτερη απασχόληση και με πολύ υψηλότερες αμοιβές.
Άλλο στοιχείο που μας αναγκάζει-και ανάγκαζε και εσάς να το δεχόσαστε με την Αρχαιολογική Εταιρεία, δεν το παραβλέπω-είναι ότι τα χρήματα των δημοσίων επενδύσεων που μένουν αδιάθετα στο τέλος του χρόνου, χάνονται, δηλαδή επιστρέφονται στο Δημόσιο Ταμείο και επομένως πρέπει να περιμένουμε περίπου την άνοιξη για να ξαναρχίσει η χρηματοδότηση. Με τη νέα ρύθμιση αυτά τα χρήματα μένουν στο Ταμείο, και τα έργα συνεχίζονται απρόσκοπτα. Βεβαίως υπάρχουν οι διευκολύνσεις στις προμήθειες και στους διαγωνισμούς, που είναι απολύτως επιβεβλημένες, για τη διεξαγωγή αυτών των έργων.
Επομένως ό,τι γινόταν μέχρι τώρα με την Αρχαιολογική Εταιρεία, θεσμοθετείται να γίνεται τώρα με αυτό το Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για την εκτέλεση αρχαιολογικών έργων.
Μιλήσατε, κύριοι συνάδελφοι, για το ότι εδώ καθιερώνονται υπερεξουσίες του Υπουργού από τη μια μεριά και από την άλλη, είπε ο κ. Μπένος, ότι δημιουργείται ένα παραϋπουργείο. Θα ήθελα να σας ρωτήσω και να σας παρακαλέσω να διαλέξετε τι από τα δύο θέλετε. Υπερεξουσίες Υπουργού, δηλαδή συγκεντρωτισμό ή “παραϋπουργείο”, δηλαδή κάποια άλλη υπηρεσία, η οποία δεν υπόκειται στις εντολές του Υπουργού;
Αλλά ας δούμε στην πραγματικότητα τι συμβαίνει. Ποιες είναι οι υπερεξουσίες του Υπουργού; Στις προσλήψεις άκουσα, ότι είπε κάποιος. Ο κ. Λεντάκης ανησύχησε για τα κριτήρια των προσλήψεων. Ποιος κάνει τις προσλήψεις; Λέτε το Ταμείο. Το Ταμείο υπογράφει τις συμβάσεις, αλλά ποιος κάνει την πρόσκληση και ποιος επιλέγει και ποιος δηλώνει τι είδους προσλήψεις χρειάζονται και τι είδους προσωπικό; Διαβάστε το καλά, στο άρθρο 3: Οι επιτροπές που εκτελούν τα έργα και οι οικείες εφορίες. Πού βλέπετε παρέμβαση του Υπουργού στις προσλήψεις, για να μιλήσουμε για υπερεξουσίες; Υπερεξουσίες θα είχε ένας Υπουργός, αν ήλεγχε δυο πράγματα: τις πιστώσεις, αν θα δώσει ή δεν θα δώσει χρήματα και τις προσλήψεις.
Ως προς τις πιστώσεις τα πράγματα είναι δεδομένα. Είναι το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, που κατευθύνεται ονομαστικά -είναι τα έργα επώνυμα- σε αυτά τα έργα. Τι θα κάνει ο Υπουργός; Θα κόψει τις πιστώσεις από την Ακρόπολη; Θα κόψει τις πιστώσεις από την Επίδαυρο; Ό,τι χρήματα έχει θα τα δίνει γι’αυτά τα έργα.
Άρα, όχι μόνο υπερεξουσίες δεν έχει ο Υπουργός, στο σημείο αυτό, αλλά θα τολμήσω να πω, ότι πλέον ανίσχυρο πρόσωπο σ’ αυτή τη διαδικασία είναι ο Υπουργός. Διότι θα είχε κάποια τουλάχιστον δυνατότητα επηρεασμού, εάν το συμβούλιο αυτού του νομικού προσώπου το συγκροτούσε με πρόσωπα της επιλογής του. Άφηνε, όπως συνήθως γίνεται, και μία δικλείδα, δυο-τρία από τα πρόσωπα να τα επιλέγει ελευθέρως ο Υπουργός. Γίνεται αυτό το πράγμα εδώ;
Όλα τα πρόσωπα που απαρτίζουν το Συμβούλιο είναι υπηρεσιακοί παράγοντες : Ο Νομικός Σύμβουλος, ο Διευθυντής Αρχαιοτήτων, ο Γενικός Διευθυντής Αναστηλώσεων, ο Γενικός Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης, ο Διευθυντής Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων και ένας Διευθυντής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Τι θέλετε να πείτε δηλαδή ότι οι υπηρεσιακοί παράγοντες είναι τα όργανα του Υπουργού, μέσω των οποίων, και πάντοτε, ο κάθε Υπουργός θα ελέγχει τα όργανα; Το απλούστερο, αν ήθελε να ελέγξει, θα ήταν να βάλει και τρεις-τέσσερις της αρεσκείας του, προσωπικότητες από τον αρχαιολογικό χώρο. Και γιατί να το κάνει άλλωστε; Έχει καμία εξουσία ιδιαίτερη αυτό το Ταμείο; Ένας φορέας διαχείρισης είναι. Παίρνει τα χρήματα από τις δημόσιες επενδύσεις, που είναι ορισμένα και ονοματισμένα, τα περνάει στις Επιτροπές και στις Εφορείες αυτών των έργων, που είναι εκείνες που διεκπεραιώνουν το επιστημονικό και το τεχνικό έργο, και μετά του επιστρέφουν τα δικαιολογητικά αυτού του Ταμείου.
Και αν θέλετε, κύριοι συνάδελφοι, ο έλεγχος να μη γίνεται από τις οικονομικές υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, αλλά να γίνεται από τις υπηρεσίες του ίδιου του Ταμείου, να το δεχθώ. Δεν αλλάζει τίποτα και δεν καταλαβαίνω, γιατί επιμένετε σ’ αυτό το σημείο. Θέλετε να δεχθώ, ο έλεγχος να γίνεται από τα όργανα του Ταμείου; Να το δεχθώ. Και εν συνεχεία να εγκρίνεται από τον Υπουργό Πολιτισμού […]
Θα ήθελα να πω επίσης ότι 8 χρόνια στην εξουσία είχατε το ΚΑΣ στα χέρια σας. Δεν αλλάζατε λιγάκι και τη σύνθεσή του, τη δομή του, και να βάλετε και τη σύμφωνη γνώμη του; Αφού τόσο πολύ κόπτεσθε για τη σύμφωνη γνώμη του ΚΑΣ, γιατί δεν το κάνατε 8 χρόνια; Είχατε λόγο να το κάνετε. Αλλά εγώ πιστεύω, ότι δεν πρέπει να υπάρχει σύμφωνη γνώμη του ΚΑΣ. Και σας εξηγώ το ΚΑΣ είναι γνωμοδοτικό όργανο, διότι απαρτίζεται από τεχνοκράτες : αρχαιολόγους κατά κανόνα, αρχιτέκτονες, μηχανικούς και κάποιους εκπροσώπους ΥΠΕΧΩΔΕ, ΚΕΔΚΕ κ.λπ.
Μπορεί αυτό το όργανο να είναι αποφασιστικό; Ποια είναι η πολιτική ευθύνη αυτού του οργάνου ώστε να αφήσουμε στα χέρια του την απόφαση -όχι τη γνωμοδότηση- επί θεμάτων, όπου ξέρετε πολύ καλά πόσα συμφέροντα και πόσες επιθυμίες των πολιτών συγκρούονται. Συνεχώς έχουμε προβλήματα σύγκρουσης μεταξύ της διάθεσης και του προσανατολισμού της Πολιτείας να συντηρήσει την αρχαιολογική μας κληρονομιά και βεβαίως των πολιτών, που θίγονται […]
Έρχομαι να εξετάσω και το άλλο σημείο, στο οποίο μας κατακρίνατε ότι απουσιάζουν οι εργαζόμενοι. Θα ήθελα να σας πω, κύριοι συνάδελφοι, ότι το αίτημα αυτό, για τους εργαζομένους ικανοποιείται. Όχι για όλους τους εργαζομένους, αλλά για τους εργαζομένους στα έργα αυτά και με τις ειδικότητες, τις οποίες σας ανέφερα. Και για να διαλύσουμε κάποιες εντυπώσεις περί ανεξέλεγκτης διαχείρισης δισεκατομμυρίων απ’ αυτό το Ταμείο, το ποσό που θα διαχειριστεί αυτό το Ταμείο κατά το 1992, είναι 682 εκατομμύρια. Και οι εργαζόμενοι, τους οποίους αφορά, είναι συνολικά 132. θα μου επιτρέψετε να σας απαριθμήσω και τις ειδικότητές τους, για να καταλάβετε αν έγινε ή δεν έγινε, διάλογος, με ποιους έγινε, και αν δεν εισακούσθησαν οι εργαζόμενοι.
Οι ειδικότητες των 132 είναι : Αρχαιολόγοι 4, Αρχιτέκτονες 11, Πολ. Μηχανικοί 6, Χημικοί 1, Γλύπτες 1, Συντηρητές 3, Αρχιτεχνίτες 12, Ειδικευμένοι Τεχνίτες 31, Τεχνίτες 24, Βοηθοί Τεχνίτες 9.
Βλέπετε ότι η συντριπτική πλειοψηφία είναι εργατοτεχνικό προσωπικό. Ειδικοί εργάτες 19 και σχεδιαστές 4.
Από ποιους εκπροσωπούνται αυτοί οι εργαζόμενοι, που δεν τους ακούσαμε; Από τον “Σύλλογο των Αρχαιολόγων”; Τέσσερις είναι οι αρχαιολόγοι, που ασχολούνται, και το εργασιακό τους πρόβλημα που λύνουμε, το λύνουμε θετικά, γιατί θα εξακολουθήσουν να πληρώνονται χωρίς διακοπή και με τις προϋποθέσεις που πληρώνονται μέχρι τώρα. Οι υπόλοιποι εργαζόμενοι από ποιον εκπροσωπούνται; Από τον “Σύλλογο Εκτάκτων Υπαλλήλων” των εργαζομένων σε αυτά τα έργα. Και σας πληροφορώ ότι τίποτε δεν έγινε σε αυτό το νομοσχέδιο, χωρίς συνεννόηση, χωρίς πληροφόρηση για να είμαι ακριβής, του Συλλόγου των Εκτάκτων Εργαζομένων.
Αν προσέξατε τις παρατηρήσεις του συναδέλφου από το ΚΚΕ, θα είδατε, όπως επιβεβαίωσε και ο ίδιος, ότι στις συνομιλίες μου με τους εργαζομένους, εκπροσωπουμένους από το σύλλογο τον οποίο ανέφερα εξετάσθηκαν τα προβλήματά τους. Γνώριζαν λοιπόν τις ρυθμίσεις που κάνουμε. Βεβαίως είχαν υποβάλει και τα αιτήματα που ανέφερε ο συνάδελφος του ΚΚΕ, πολλά από αυτά τα ανεγνώρισα ως δίκαια και βεβαίως θα μπουν σε κάποιο δρόμο επίλυσης, προβλήματα, σας πληροφορώ, που 8 ολόκληρα χρόνια δεν δεχθήκατε ούτε να τα ακούσετε.
Αν θέλετε, κύριε συνάδελφε του ΚΚΕ, επειδή εσείς είσθε ο μόνος που αναφερθήκατε και στην ανάγκη να ακούγονται οι εργαζόμενοι σε αυτό το όργανο, κάνετε μια πρόταση, όπως την αντιλαμβάνεσθε, και είμαι διατεθειμένη να τη συζητήσω και ό,τι κρίνουμε αποδεκτό να το περάσουμε και στο νομοσχέδιο.
Ανέφερε κάποιος ομιλητής, δεν θυμάμαι ποιος, μια λύση που προτείνει λέει, και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία έχει υποβάλει μαζί με το Σύλλογο των Αρχαιολόγων, μακροσκελή υπομνήματα. (όπως σας είπα στην Ομοσπονδία αυτή μετέχει και ο Σύλλογος των Εκτάκτων με τον οποίο, κάναμε το διάλογο που έπρεπε να κάνουμε). Η λύση είναι να μετατρέψουμε τις συμβάσεις αυτές που σήμερα υπάρχουν με την Αρχαιολογική Εταιρεία και μελλοντικά θα είναι με το Ταμείο, σε σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου με το Υπουργείο. Εγώ θα ήθελα να ρωτήσω : Το θέλουν οι εργαζόμενοι αυτό το πράγμα; Θέλουν να υπαχθούν στα μισθολόγια και στις συνθήκες εργασίας των υπαλλήλων του Υπουργείου Πολιτισμού, παραιτούμενοι απ’ όλες τις επί πλέον αποδοχές και κάποια προνόμια που υπάρχουν σε αυτή τη σχέση;
Είπε επίσης κάποιος άλλος συνάδελφος, ότι διαβεβαίωσα ότι κανένας δε θα απολυθεί και παρ’ όλα αυτά απελύθη ένας. Εβεβαίωσα ότι δεν θα απολυθεί κανένας εκ του λόγου αυτού, εκ του λόγου ότι σταμάτησε η Αρχαιολογική Εταιρεία να πληρώνει με το σύστημα που ηκολουθείτο 10 χρόνια, και πράγματι δεν έγινε καμία απόλυση και δεν θα γίνει. Ασφαλώς δεν έδωσα καμιά διαβεβαίωση ότι δεν θα ισχύσουν οι γενικοί κανόνες οι οποίοι ισχύουν επί όλων των εργαζομένων και ότι αν συντρέχουν άλλοι λόγοι απολύσεως δεν θα εφαρμοσθούν.