Search
× Search
Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024

Ομιλίες - Ολομέλεια

/ Κατηγορίες: Ομιλίες - Ολομέλεια

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΜΕ΄-16 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1982 (Ν. 1329/1983) : Εφαρμογή της Συνταγματικής αρχής της ισότητας, στο Οικογενειακό Δίκαιο. (Εισηγήτρια)

Ως μέλος της Βουλής, ως Εισηγήτρια και μέλος του Κόμματος που έχω την τιμή να εκπροσωπώ και πιο πολύ σαν Ελληνίδα είμαι σήμερα ευτυχής για το νομοσχέδιο που εισάγεται και ψηφίζεται από την Βουλή, κατά το μέρος που αφορά την ισονομία.

Με την καθιέρωση της ισονομίας στο Οικογενειακό Δίκαιο δικαιώνονται οι επώνυμοι και οι ανώνυμοι αγώνες της Ελληνίδας, να αναγνωρισθεί επί τέλους και από το νόμο η ιστορικά και κοινωνικά βεβαιωμένη θέση και προσφορά της στην οικογένεια.

Νομίζω, κύριοι συνάδελφοι, ότι το σημερινό νομοθέτημα δεν έρχεται να προσφέρει κάτι εντελώς καινούριο στην Ελληνική οικογένεια, δεν έρχεται να καθιερώσει μια νέα πραγματικότητα, δεν έρχεται καν να χαρίσει νέα δικαιώματα στην Ελληνίδα.

Έρχεται αυτό το ίδιο το Οικογενειακό Δίκαιο να προσαρμοστεί απλώς, να ευθυγραμμισθεί με μια κατάσταση, που η Ελληνίδα την κέρδισε, άλλοτε με αγώνες και πιο πολύ και κύρια, θα έλεγα, με την αθόρυβη και αφοσιωμένη προσφορά της στην οικογένεια σαν σύζυγος, σαν μητέρα, σαν νοικοκυρά, σαν εργαζόμενη.

Είναι αλήθεια, ότι το πρότυπο των οικογενειακών σχέσεων του Αστικού Κώδικα -ένα πρότυπο ξενόφερτο, ανδροκρατικό, πατριαρχικό που διαμορφώθηκε στη 10ετία του ’30 (έστω και αν ο Κώδικας τέθηκε σε ισχύ το 1946)- αυτό το αναχρονιστικό πρότυπο όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται σήμερα στην καθημερινή ζωή, τη ζωή που ζει η μονιασμένη και υγιής Ελληνική οικογένεια, αλλά ούτε και στο παρελθόν είχε πλήρη ανταπόκριση με την πραγματικότητα. Χαίρομαι που επισήμανε η                     κ. Χριστοφορίδου την Ελληνική παράδοση και πιστεύω και εγώ, ότι η μεταφύτευση στον Αστικό Κώδικα αρχών του Ρωμαϊκού Δικαίου, που διαπλάστηκαν όχι μέσα στην Ελληνική ζωή αλλά από τους Γερμανούς νομομαθείς, αγνόησε βαθειά ριζωμένες Ελληνικές παραδόσεις, αγνόησε οικογενειακά ήθη και έθιμα που διαμορφώθηκαν με την επίδραση κυριότατα του Χριστιανισμού, παραγνώρισε και αυτούς τους αγώνες των πατέρων της Εκκλησίας για την ισότητα των φύλων. Αγνόησε ακόμη το Βυζαντινό εθιμικό δίκαιο που διαμορφώθηκε με τη γνωστή νομολογία των εκκλησιαστικών δικαστηρίων και που εξομοίωνε τον πατέρα με την μητέρα στην άσκηση της γονικής εξουσίας και που στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και αργότερα στα χρόνια του αγώνα, με την φωτισμένη σκέπη και καθοδήγηση της Εκκλησίας, έδωσε στην γυναίκα-μητέρα εξέχοντα ρόλο στην οικογένεια. Με την κατάργηση, λοιπόν, αυτού του αναχρονιστικού προτύπου και με την καθιέρωση της ισονομίας στο Οικογενειακό Δίκαιο αποκαθίσταται κατά κάποιο τρόπο και η ιστορική συνέχεια, εξελιγμένη και προσαρμοσμένη στα σημερινά δεδομένα.

Δεν είναι όμως μόνο αυτό, που γίνεται με το νομοσχέδιο για την ισονομία. Διορθώνονται και αφόρητες αδικίες σε βάρος της γυναίκας, που γίνονται αισθητές, όχι βέβαια όταν ο γάμος λειτουργεί σωστά και αρμονικά, αλλά όταν διαταράσσεται. Είναι αλήθεια, ότι όταν το ζευγάρι και η οικογένεια, όταν ο γάμος γενικά λειτουργεί σωστά και αρμονικά -και στη σημερινή εποχή μόνο στη βάση της ισονομίας μπορεί να λειτουργήσει- τότε και το Οικογενειακό Δίκαιο είτε είναι αναχρονιστικό είτε είναι προοδευτικό μικρή σημασία έχει. Εκεί που έρχεται να εφαρμοσθεί το Οικογενειακό Δίκαιο και έχουν σημασία οι ρυθμίσεις του είναι όταν ο γάμος κλονίζεται, όταν πια οι σύντροφοι στον κλονισμένο γάμο αναζητούν την ατομικότητά τους είτε μέσα σ’ αυτόν είτε έξω απ’ αυτόν. Τότε, όταν κληθεί το σημερινό Οικογενειακό Δίκαιο να εφαρμόσει τις ρυθμίσεις του για τις προσωπικές και τις οικογενειακές σχέσεις μεταξύ των συζύγων στη διαλυόμενη πια οικογένεια, εκεί αναδεικνύει όλη σου την μονομέρεια- αφήνει την γυναίκα αθεράπευτα εκτεθειμένη, εκτεθειμένη ακόμα και απέναντι στα ίδια τα παιδιά της.

Με την έννοια, λοιπόν, αυτή της αποκατάστασης της ιστορικής παράδοσης, αλλά και της θεραπείας των αφόρητων αδικιών σε βάρος της γυναίκας, η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί παρά να είναι σύμφωνη με ένα νομοσχέδιο που καθιερώνει την ισονομία ανδρών και γυναικών στο Οικογενειακό Δίκαιο. Δεν είναι όμως μόνο σύμφωνη, αλλά και χαίρεται για την υπερψήφιση αυτού του νομοσχεδίου κατά το σκέλος που αφορά την ισονομία, γιατί η Νέα Δημοκρατία αγωνίστηκε και απέδειξε ότι ήταν πρόγραμμα και σκοπός της η καθιέρωση της ισονομίας, πράγμα που το πέτυχε. Αν, κύριοι συνάδελφοι, σήμερα μπορούμε να συζητούμε και να ψηφίζουμε μέσα στις συνταγματικές προθεσμίες το νομοσχέδιο για την ισονομία, αυτό οφείλεται κατά κύριο μέρος στη Νέα Δημοκρατία. Είναι το επιστέγασμα μιας μακρόχρονης και επιμελημένης προπαρασκευαστικής φάσης που εγκαινίασε η Νέα Δημοκρατία, προώθησε η Νέα Δημοκρατία και έφερε επίμονα και συστηματικά σ’ αυτό το αίσιο πέρας.

Με όσα λέω δεν θέλω να παραγνωρίσω, και να μειώσω το γεγονός, ότι η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. τελικά φέρνει το νομοσχέδιο στη Βουλή να ψηφισθεί. Αν έκανα αυτή την αναφορά και αν θα προσπαθήσω σε λίγο να την θεμελιώσω, είναι γιατί στις εξαγγελίες που έγιναν προς τον Ελληνικό Λαό, όταν καταρτίσθηκε και κατατέθηκε το παρόν νομοσχέδιο η Κυβέρνηση ισχυρίσθηκε, ότι η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κατόρθωσε μέσα σε ένα χρόνο, ό,τι η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει μέσα σε 7 χρόνια.     

Αυτό είναι άδικο και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Σαν Κυβέρνηση, σαν συνάδελφοι της Πλειοψηφίας, δεν πρέπει να χάνετε τη σοβαρότητά σας ισχυριζόμενοι παρόμοια περιστατικά. Γιατί πραγματικά χάνετε τη σοβαρότητά σας, αν ισχυρίζεσθε και θέλετε να πιστέψουμε, πώς ένα τέτοιο γιγάντιο έργο, όπως είναι η προσαρμογή των διατάξεων του Οικογενειακού Δικαίου και των λοιπών κλάδων του Δικαίου στην αρχή της ισότητας, θα μπορούσε να είναι το έργο ενός χρόνου. Και ούτε καν ενός χρόνου, διότι από τότε που ψηφίσθηκε ο νόμος για την σύσταση των Νομοπαρασκευαστικών Επιτροπών μέχρι που επιτέλους συστήθηκε η τελευταία επιτροπή Μάνεση πέρασαν μήνες και μήνες, όπου η σύνθεση της επιτροπής γραφόταν και διαγραφόταν στα Υπουργικά γραφεία. Τελικά η επιτροπή κατόρθωσε μόλις το Μάιο να συγκληθεί και έφερε το έργο της τον Δεκέμβριο, έπειτα από υπεράνθρωπες και επίμοχθες προσπάθειες, όπως τουλάχιστον μπορεί κανείς να υποθέσει. Αλλά από τον Μάιο έως τον Δεκέμβριο ισονομία δεν γίνεται, κύριοι συνάδελφοι. Το μόνο που θα μπορούσε να κάνει η επιτροπή θα ήταν ούτε καν αναθεώρηση, αλλά απλώς μια θεώρηση των σχεδίων που είχαν προϋπάρξει, πράγμα το οποίο έκανε η επιτροπή με πολλή επιμέλεια και ευσυνειδησία.

Η Νέα Δημοκρατία δικαιολογημένα υπερηφανεύεται για την ισονομία και την θεωρεί δικό της έργο. Δεν είναι μόνο το Σύνταγμα που ψήφισε η Νέα Δημοκρατία με τη θεμελιώδη διάταξη του άρθρου 4. Είναι ακόμη το γεγονός, ότι από την πρώτη στιγμή της ανάληψης της διακυβέρνησης της Χώρας και από την ψήφιση της διάταξης του άρθρου 4 συστήθηκε μέσα στους κόλπους του Κόμματος ειδική κομματική επιτροπή, που εισηγήθηκε τότε με μια απόρρητη εμπιστευτική έκθεση -που δεν είναι πια απόρρητη και εμπιστευτική διότι είναι καταχωρημένη στα Πρακτικά της Βουλής 26.8.1977- εισηγήθηκε, λοιπόν, αυτή η επιτροπή ποιές τροποποιήσεις είναι άμεσα αναγκαίες και πρέπει να προωθήσει η Κυβέρνηση. Εισηγούνται, λοιπόν, τα μέλη της επιτροπής αυτής, Λίνα Κουτήφαρη, Άννα Συνοδινού, Αλέκα  Μαντζουλίνου, Αλμπερτίνα Αναστασοπούλου, Στυλιανός Αλλαμανής, Κωνσταντίνος Καλλίας, τα εξής, που αποσπασματικά σας απαριθμώ μονάχα, για να δείτε πόσο ήσαν μέσα στην πολιτική βούληση της προηγούμενης Κυβέρνησης οι ριζικές αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο. Εισηγούνται λοιπόν, τα μέλη της επιτροπής ότι θα πρέπει να γίνουν οι εξής τροποποιήσεις στον Αστικό Κώδικα. Η γυναίκα να διατηρεί το οικογενειακό της επώνυμο, να υπάρχει οικογενειακή κατοικία, τα βάρη του γάμου να φέρουν αμφότεροι οι σύζυγοι, επιτακτική είναι η ανάγκη και διεθνές γυναικείο αίτημα η εργασία της νοικοκυράς να αποτιμηθεί ως εισφορά στις δαπάνες της οικογένειας, να καταργηθεί το τεκμήριο κινητών, να καταργηθεί η προίκα, να αντικατασταθεί η πατρική εξουσία, να καταργηθεί η αρχηγία του οίκου, κ.λπ. κ.λπ.

Μετά από την έκθεση, οι εξελίξεις ήσαν ραγδαίες και δεν θα σας απασχολήσω πολύ γιατί είναι γνωστές!

Τέλος του 1975 γίνεται η πρώτη μικρή επιτροπή Γαζή που συντάσσει το προσχέδιο. Τέλος του 1976 συνιστάται η επιτροπή Γαζή. Τόσο ακομμάτιστη και αδέσμευτη ήταν η συγκρότηση αυτής της επιτροπής και τόσο ειλικρινής η βούληση να γίνει πραγματικότητα ένα θεμελιώδες έργο, που 6 από τα μέλη αυτής της επιτροπής είναι και μέλη της επιτροπής Μάνεση.

Τέλος του 1978 δίνεται στην δημοσιότητα το σχέδιο Γαζή με μια εισηγητική έκθεση ερμηνευτικό μνημείο, που θα πρότεινα μάλιστα στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης να την ενσωματώσει στο παρόν νομοσχέδιο, γιατί είναι πράγματι διαφωτιστική. Στέλνεται το σχέδιο Γαζή σε όλους τους φορείς, Εκκλησία, γυναικείες οργανώσεις, Δικηγορικούς Συλλόγους, Νομικές Σχολές και συρρέουν οι απαντήσεις, τα σχόλια, οι προτάσεις, οι αντιρρήσεις. Τί πιο φυσικό, κύριοι συνάδελφοι, έπειτα από αυτά να γίνει μια αναθεωρητική επιτροπή; Ξέρουμε όλοι από την ιστορία των Κωδίκων μας, ότι Κώδικας δεν ψηφίζεται μια και έξω με τη δουλειά μιας επιτροπής, χρειάζεται και πρώτη και δεύτερη και τρίτη αναθεωρητική επιτροπή. Και αυτό όχι μόνο στους Κώδικες της Χώρας μας, αλλά είναι διεθνής πρακτική επιβαλλόμενη από τα πράγματα. Έτσι συστήθηκε και η Επιτροπή Μιχαηλίδη-Νουάρου, που υπέβαλε το τελευταίο σχέδιο που έφθασε τελικά και στη βουλή.

Στο σημείο αυτό η κ. Χριστοφορίδου μας έδωσε μερικές εξηγήσεις, γιατί αντιτάχθηκε το ΠΑΣΟΚ στην ψήφιση του νομοσχεδίου αυτού. Και μας είπε, ότι η αντίρρηση δεν ήταν τόσο ότι το νομοσχέδιο ήλθε σαν Κώδικας, αλλά ότι οι επιτροπές που συνέταξαν αυτά τα σχέδια δεν ήσαν αντιπροσωπευτικές. Ομολογώ, κύριοι συνάδελφοι, ότι αυτή η εκδοχή, του τί είναι Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, δηλαδή ότι η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή είναι ένα μικρό Κοινοβούλιο που εκπροσωπούνται φορείς, οργανώσεις και δεν ξέρω τί άλλα συμφέροντα, αυτή η εκδοχή είναι πραγματικά καινοφανής και μόνο επί ΠΑΣΟΚ παρουσιάστηκε. Αυτά δεν τα λέω για να καταφερθώ κατά της Επιτροπής Μάνεση, που είχε μέσα εκπροσώπους σωματείων. Το λέω μόνο για να απαντήσω στον ισχυρισμό της  κ. Χριστοφορίδου, ότι οι προηγούμενες επιτροπές δεν είχαν τη σωστή σύνθεση.

Και έτσι φθάσαμε στη νέα επιτροπή Μάνεση, που αποτελέστηκε από άξιους επιστήμονες που ασφαλώς δούλεψαν με μόχθο και ευσυνειδησία για να μας φέρουν αυτό το έργο.

Θα ήθελα να παρατηρήσω την εντυπωσιακή απουσία δικαστών από την Επιτροπή. Δεν πρέπει, κύριοι συνάδελφοι, να συντάσσονται τέτοια νομοθετήματα και να λείπει τουλάχιστον ένας εκπρόσωπος από το Δικαστικό Σώμα, το Σώμα, το οποίο θα κληθεί να εφαρμόσει τους νόμους αυτούς. Και ακόμη, κύριοι συνάδελφοι, δεν έχουμε Πρακτικά της Επιτροπής, για να δούμε ποιές αντιπαραθέσεις ή ποιές αναμετρήσεις γνωμών παρουσιάστηκαν.

Παρά τις ελλείψεις αυτές, από την μεριά μας τιμούμε το έργο της Επιτροπής αυτής, το τιμούμε γιατί η Επιτροπή έδειξε σοβαρότητα κα σύνεση. Και η σοβαρότητα και η σύνεση αποδεικνύονται όχι μόνο σε όλες τις επί μέρους ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, αλλά και από το εξής θεμελιώδες γεγονός: Ότι δεν απομακρύνθηκε η Επιτροπή από τα προηγούμενα σχέδια. Δεν απομακρύνθηκε καθόλου θα έλεγα, πλην ελαχίστων αποκλίσεων. Το νομοσχέδιο είναι κατά το πλείστον πανομοιότυπο με το σχέδιο Γαζή. Οι σχέσεις γονέων και τέκνων, οι σχέσεις μεταξύ των συζύγων, οι διατάξεις του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας, σχεδόν το σύνολον των μεταβατικών διατάξεων, είναι παρμένες από το σχέδιο Γαζή. Και από το σχέδιο Μιχαηλίδη-Νουάρου, υπάρχουν επίσης θετικά στοιχεία: Το όριο ηλικίας του γάμου προέρχεται από εκεί, η προστασία της οικογενειακής στέγης, η υποχρέωση συμβολής και των δύο συζύγων στη λειτουργία του οίκου και πολλά άλλα.

Με λίγα λόγια, το σχέδιο που έρχεται σήμερα και η Κυβέρνηση ζητά την ψήφισή του, είναι η συνέχεια των σχεδίων της Νέας Δημοκρατίας και με το πνεύμα αυτό το Κόμμα μας δεν μπορεί παρά να είναι σύμφωνο και να παράσχει την θετική ψήφο του.

Υπάρχουν βέβαια ελάχιστες αποκλίσεις, όχι τόσο σοβαρές ώστε να αναφερθώ αυτή τη στιγμή πλην μιας που μου προκάλεσε ορισμένες απορίες.

Είναι γνωστό, ότι οι περιουσιακές σχέσεις των συζύγων ρυθμίζονται βασικά με δύο συστήματα. Είτε διατηρείται η αυτοτέλεια των περιουσιακών στοιχείων των συζύγων, ο κάθε σύζυγος δηλαδή διατηρεί  την περιουσία του, είτε ισχύει το σύστημα της κοινοκτημοσύνης. Στην Ελλάδα ποτέ δεν ίσχυσε άλλο σύστημα έξω από την περιουσιακή αυτοτέλεια και σωστά η Επιτροπή υιοθέτησε αυτό το σύστημα. Μία απόκλιση κάνει μόνο, έμμεση, για την οποία μπορώ να πω ότι είμαι σύμφωνη, εκεί όπου καθιερώνει τεκμήριο συμβολής κατά το 1/3 υπέρ του συζύγου που συνέβαλε στην αύξηση της περιουσίας του άλλου, το οποίο μπορεί να αναζητήσει μετά τη λύση του γάμου. Ένα τεκμήριο μαχητό. Η ρύθμιση αυτή, καίτοι αποκλίνει από τα προηγούμενα σχέδια, κατά την γνώμη μου είναι θετική.

Εκείνο όμως που είναι εντελώς ανεξήγητο, είναι ότι στη συνέχεια η Επιτροπή προβαίνει σε μια εναλλακτική ρύθμιση της κοινοκτημοσύνης, ως συστήματος που μπορεί να ρυθμίζει τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων.

Η κοινοκτημοσύνη, είναι ένα περιουσιακό σύστημα άσχετο με την ελληνική παράδοση, άσχετο με τις συνθήκες ζωής του Τόπου και άσχετο με το κοινωνικοοικονομικό καθεστώς μέσα στο οποίο ζούμε. Σε άλλες χώρες, όπως είναι τα σοσιαλιστικά κράτη Ανατολικού τύπου, η κοινοκτημοσύνη μπορεί να έχει ένα νόημα, ή μάλλον αυτή και μόνο έχει ένα νόημα, αφού η ατομική ιδιοκτησία είναι σχεδόν ανύπαρκτη και οι σύζυγοι είναι και οι δύο υποχρεωμένοι, χωρίς δικαίωμα επιλογής, να δουλεύουν και να προσφέρουν στην παραγωγή.

Στο δικό μας φιλελεύθερο σύστημα αλλά και στην δική μας παράδοση νομική, εθιμική, κοινωνική, ένα τέτοιο σύστημα δεν έχει θέση.

Γι’ αυτό λοιπόν δημιουργεί κάποια απορία, το ότι αποφάσισε η Επιτροπή να ρυθμίσει εναλλακτικά και αυτό το σύστημα, τρόπον τινά παρουσιάζοντάς το στους Έλληνες και λέγοντάς τους ότι μπορείτε και αυτό να ακολουθήσετε. Την δυνατότητα, όμως, αυτή την είχαν οι Έλληνες από καταβολής Αστικού Κώδικος, γιατί με το άρθρο 1405 Α.Κ. μπορούσαν να συνάψουν γαμικό σύμφωνο και να ρυθμίσουν όπως ήθελαν τις περιουσιακές τους σχέσεις, πράγμα που δεν συνέβη ποτέ.

Πρακτικά, της επιτροπής δεν έχουμε και από κει και πέρα στο θέμα αυτό, μόνο την απορία μου μπορώ να εκφράσω.

Εδώ, τελειώνουν οι παρατηρήσεις μου για το νομοσχέδιο, σε ό,τι αφορά την ισονομία και η θέση του Κόμματός μας είναι αυτή που ανέπτυξα προηγουμένως. Αλλά εδώ τελειώνει και η σύμπνοια και η ομόνοια και  η ειδυλλιακή ατμόσφαιρα που επικρατούσε, γιατί στις νέες ρυθμίσεις που περιέχει το νομοσχέδιο, έχουμε σοβαρές αντιρρήσεις.

Και για να προχωρήσω γρήγορα στο προκείμενο, οι αντιρρήσεις μας εντοπίζονται στη ρύθμιση του διαζυγίου.

Διαδικαστικά, πρώτα απ’ όλα, πιστεύουμε, ότι είναι ανεπίτρεπτο το ότι η Κυβέρνηση ενσωμάτωσε το διαζύγιο στο νομοθέτημα για την ισονομία. Και είναι ανεπίτρεπτη και απαράδεκτη αυτή η συνένωση, γιατί για το διαζύγιο δεν υπήρξε καθόλου η προεργασία που υπήρξε για την ισονομία. Αν συγκρίνετε πόση προεργασία υπήρξε για την ισονομία, με την ελάχιστη που υπήρξε για το διαζύγιο, ή τελευταία αυτή εμφανίζεται ουσιαστικά ανύπαρκτη.            

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Ούτε η Κοινή Γνώμη ενημερώθηκε, ούτε οι αρμόδιοι φορείς, ούτε ανταλλαγή απόψεων έγινε, ούτε στοιχειώδης σφυγμομέτρηση της Κοινής Γνώμης. Θα έλεγε κανείς, ότι η Κυβέρνηση βιάστηκε να ενσωματώσει στην ισονομία το διαζύγιο, μόνο και μόνο για να επιτύχει την θετική ψήφισή του, μια και το νομοσχέδιο εισάγεται ως Κώδικας.

Έξω όμως και πέρα απ’ αυτές τις παρατηρήσεις για τη διαδικασία, που μας στερεί την δυνατότητα να κάνουμε ένα ειλικρινή διάλογο με την Κυβέρνηση, σε ένα θέμα που έχει τεράστιες κοινωνικές συνέπειες, έχουμε αντιρρήσεις και στις συγκεκριμένες ρυθμίσεις.

Αφήνω κατά μέρος τον αντικειμενικό ισχυρό κλονισμό που εισάγει το νομοσχέδιο, ως γενικό λόγο διαζυγίου. Τον αφήνω κατά μέρος, κύριοι συνάδελφοι, γιατί εδώ δεν διαφέρουμε πολύ, με ότι ίσχυε προηγουμένως….

Λέγεται ότι καταργείται η υπαιτιότητα. Κατά τη γνώμη μου, η υπαιτιότητα δεν καταργείται, αλλά απλώς συγκαλύπτεται, εμφανίζεται με άλλο όνομα. Τώρα, δεν μιλάμε για τον υπαίτιο σύζυγο, αλλά λέμε ότι την αγωγή διαζυγίου δεν μπορεί να την εγείρει εκείνος, στο πρόσωπο του οποίου αποκλειστικά συντρέχει ο λόγος διαζυγίου. Ε, αυτός είναι ένας εύσχημος τρόπος για να συγκαλύψουμε την υπαιτιότητα και κατά τη γνώμη μου αυτό δεν είναι κακό, γιατί κάποιο ρόλο κάπου πρέπει να παίζει  η υπαιτιότητα στο διαζύγιο. Άλλωστε και οι παλιοί υπαίτιοι λόγοι διαζυγίου, όπως είναι η μοιχεία, η διγαμία κ.λπ. διατηρούνται σαν τεκμήρια. Αφού, όμως, διατηρείται συγκεκαλυμμένα η υπαιτιότητα, γιατί το νομοσχέδιο κατήργησε την παλαιά διάταξη που υπάρχει και σε ξένα δίκαια, δηλαδή να μπορεί να επιδικάζεται εύλογη αποζημίωση του αναίτιου συζύγου, η χρηματική του ικανοποίηση για ηθική βλάβη;

Την απορία αυτή, την λέγω, γιατί θα προχωρήσω παραπέρα και θα υποστηρίξω, θα εκφράσω μάλλον την αίσθησή μου, ότι αυτό το νομοσχέδιο για το διαζύγιο, τον αναίτιο σύζυγο κυριολεκτικά τον πετάει στο καλάθι των αχρήστων.

Προχωρώ παραπέρα, στον σημαντικότερο θεσμό του λεγομένου σχεδόν αυτόματου διαζυγίου. Τέσσερα χρόνια διάσταση και το διαζύγιο μπορεί να βγει, μπορεί να το ζητήσει δηλαδή οποιοσδήποτε από τους συζύγους, και αυτός που προκάλεσε την διάσταση.

Εδώ, ερχόμαστε σε ένα πολύ ευαίσθητο θέμα. Νομίζω, ότι το νομοσχέδιο έδειξε ένα υπερβάλλοντα ζήλο προοδευτισμού στην ρύθμιση αυτής της μορφής διαζυγίου και παραγνώρισε τα κοινωνικά ήθη που ισχύουν ακόμη στην Ελλάδα και που δεν πρέπει να παραμερίζονται. Όταν λέω υπερβάλλοντα ζήλο προοδευτισμού, δεν το λέγω απλώς σαν αφορισμό. Αν αναλογιστείτε μονάχα, ότι εκτός από την Δυτική Γερμανία και τις Κάτω Χώρες που έχουν τριετή διακοπή της συμβιώσεως, όλες οι άλλες χώρες έχουν πολύ περισσότερα χρόνια διακοπής, η Μεγάλη Βρετανία πενταετία, η Γαλλία από το ’75 εξαετία, το Βέλγιο δεκαετία, η Ιταλία εξαετία, ηχεί κάπως περίεργα σε μας μετά 4 χρόνια διακοπής της συμβίωσης να βγαίνει αβρόχοις ποσί το διαζύγιο.

Και δεν είναι μόνον αυτό. Λέγει το νομοσχέδιο “διάσταση” και δεν κάνει τον κόπο ούτε μέσα από νομοσχέδιο ούτε μέσα στην εισηγητική έκθεση να μας πει τι είναι αυτή η διάσταση. Βέβαια ο κ. Υπουργός θα μας πει, ότι αυτό δε χρειάζεται, γιατί είναι μια νομική έννοια που την ξέρουμε όλοι. Και εδώ όμως έχω τις αντιρρήσεις μου. Είναι εμπεδωμένο και γνωστό στα συγγράμματα ότι δεν αρκεί μόνο το εξωτερικό γεγονός της διακοπής της συμβίωσης, αλλά πρέπει να συντρέχει και το εσωτερικό γεγονός, η θέληση δηλαδή του συζύγου που απομακρύνθηκε, η οριστική και αμετάκλητη να μην επαναλάβει την συμβίωση. Αυτά, κύριοι συνάδελφοι, βγαίνουν από τα συγγράμματα. Αλλά το Οικογενειακό Δίκαιο είναι ένα λαϊκό δίκαιο και είναι ένα δίκαιο με έντονο παιδαγωγικό χαρακτήρα. Που βγαίνει αυτή η έννοια της διάστασης από το νομοσχέδιο; Από τις διατάξεις τις ρητές δεν βγαίνει τίποτα και αντίθετα στην εισηγητική έκθεση διαβάζουμε ότι “ύστερα από διάσταση 4 χρόνων ο ενάγων δεν έχει να αποδείξει καθόλου την ύπαρξη ισχυρού κλονισμού που παρουσιάζει πάντα δυσκολίες και αβεβαιότητα. Αρκεί να αποδείξει το εξωτερικό γεγονός της 4χρονης διάστασης οπότε ο ισχυρός κλονισμός τεκμαίρεται”.

Αλλά και το Γερμανικό δίκαιο από όπου προήλθε αυτή η διάταξη και που το νομοθέτημα αυτό το ακολουθεί πιστά, έχει ειδική διάταξη που δίνει κάποιο ορισμό, με την έννοια που είπα παραπέρα για το τι σημαίνει διάσταση. Αλλά και πάρα πέρα έχει κάτι πολύ χαρακτηριστικό το Γερμανικό δίκαιο, που το νομοσχέδιο αυτό δεν το περιέλαβε. Έχει τη γνωστή ρήτρα σκληρότητας, όπου με θαυμαστή διατύπωση ορίζεται στο άρθρο 1568, ότι ακόμα και αν υπάρχει διάσταση και ο γάμος έχει κλονισθεί, μπορεί το διαζύγιο να μη βγει, αν υπάρχουν ανήλικα παιδιά που για χάρη τους επιβάλλεται η συνέχιση του γάμου έστω και κλονισμένου ή αν συντρέχουν λόγοι ειδικοί στο πρόσωπο του άλλου συζύγου, όχι οικονομικοί, ηθικοί λόγοι, που εμφανίζουν το διαζύγιο σαν μια ιδιαίτερα σκληρή λύση.

Τέτοια διάταξη όμως δεν περιελήφθη. Η Επιτροπή μας λέγει ότι εδώ μπορεί να εφαρμοστεί η κατάχρηση δικαιώματος του άρθρου 281 Α.Κ. Όσοι είμαστε νομικοί ξέρουμε πόσο μπορεί να εφαρμοστεί η κατάχρηση δικαιώματος του άρθρου 281, πόσο ασαφής, αόριστη έννοια είναι και πόσο δύσκολα εφαρμόζεται. Και στο κάτω κάτω της γραφής την κατάχρηση δικαιώματος που θα την βρει και που θα την μάθει για την συγκεκριμένη περίπτωση ο σύζυγος αυτός που ενδιαφέρεται είτε να λύσει το γάμο, είτε να αποτρέψει τη λύση του;

Οι παρατηρήσεις ωστόσο αυτές, στο νομοσχέδιο, για τα παραπάνω θέματα θα μπορούσαν και να μην είναι τόσο αποφασιστικές. Θα μπορούσε κανείς και με αυτές ακόμα να συμβιβαστεί αν -και εδώ έρχομαι στην ευθύνη της Κυβέρνησης- αν οι ρυθμίσεις για το διαζύγιο δεν συνοδεύονταν και από ένα άλλο θλιβερό χαρακτηριστικό: την πλήρη αδιαφορία και περιφρόνηση της Κυβέρνησης για τον αναίτιο και αδύναμο σύζυγο που μένει εγκαταλελειμμένος.

Ας μη γελιόμαστε. Σήμερα και για πολλά χρόνια εκείνος που θα εγκαταλείπεται θα είναι η γυναίκα. Είναι πραγματικά τραγικό από τη μια μεριά να χαρίζουμε στην γυναίκα απλόχερα την ισονομία και να ερχόμαστε με αυτή τη διάταξη με το άλλο χέρι να της την παίρνουμε. Τί θα μπορούσε να γίνει; Απλούστατα να συνοδευθεί αυτή η αυτόματη λύση του γάμου, στην οποία φαίνεται να επιμένει η Κυβέρνηση, με ταυτόχρονες άλλες ρυθμίσεις που θα κατοχυρώνουν τον αναίτιο σύζυγο.

Πρώτα απ’ όλα δεν κατοχυρώνεται η είσπραξη της διατροφής. Ξέρετε, τι ισχύει στη Γαλλία, κύριοι συνάδελφοι; Η είσπραξη της διατροφής όταν δεν μπορεί να γίνει με τα συνήθη μέσα του ιδιωτικού δικαίου γίνεται απλούστατα από το Δημόσιο Ταμείο και τότε υποκαθίσταται το Δημόσιο ή οι άλλοι κοινωνικοί φορείς στα δικαιώματα του δικαιούχου συζύγου και το Δημόσιο κυνηγά τον υπόχρεο. Δεν μένει ο αναίτιος και αδύναμος σύζυγος χωρίς διατροφή.

Αυτό, αν το συγκρίνουμε με το τί συμβαίνει στη δική μας πραγματικότητα, κύριοι συνάδελφοι, που αν η γυναίκα ή το παιδί δεν κάνουν μια μήνυση κάθε μήνα δεν βλέπουν διατροφή, καταλαβαίνει πόσο τραγική είναι η ρύθμιση που εισηγείται η Κυβέρνηση, αφού δεν συνοδεύεται απ’ αυτές τις εξασφαλίσεις. Αλλά, δεν είναι μόνο η είσπραξη της διατροφής, κύριοι συνάδελφοι. Είναι και άλλα πολύ σημαντικά θέματα : Είναι η περίθαλψη του αναίτιου συζύγου, η ιατρική και νοσοκομειακή περίθαλψη. Ποιός θα καλύψει τον σύζυγο που σε περασμένη ηλικία μένει μόνος του χωρίς πόρους ζωής και χωρίς καμία ηθική συμπαράσταση; Και όταν αργότερα πεθάνει ο υπαίτιος σύζυγος, που με τη βοήθεια του αναίτιου συζύγου και επάγγελμα έκανε και σύνταξη πήρε, η νέα σύνταξη θα πάει ενδεχομένως στην καινούργια σύζυγο και η πρώτη θα μείνει τελείως, ανήμπορη και απροστάτευτη. Αυτά έπρεπε να τα αναλογισθεί η Κυβέρνηση και πριν φέρει ένα διαζύγιο που λύνει το γάμο σχεδόν αυτόματα, θα έπρεπε πριν απ’ αυτό ή έστω και μαζί μ’ αυτό να φέρει και τις ρυθμίσεις που προστατεύουν τον αναίτιο σύζυγο.

Είναι ενδιαφέρον, ότι η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή που έκανε αυτές τις ρυθμίσεις το είδε το πρόβλημα. Το είδε πολύ έντονα, αλλά δεν ήταν μέσα στην εντολή της να το λύσει. Δεν μπορούσε να επεκταθεί σε δημοσιονομικά και ασφαλιστικά θέματα. Έκανε όμως κάτι συνεπές και τιμητικό γι’ αυτήν. Έκανε μια υπόδειξη στην Εισηγητική Έκθεση προς την Κυβέρνηση, ότι η λύση αυτή του διαζυγίου πρέπει να συνοδευθεί και από την ασφαλιστική και συνταξιοδοτική κατοχύρωση του αναίτιου συζύγου.

Ο κ. Υπουργός της Δικαιοσύνης, όμως, στη δική του Εισηγητική Έκθεση στη Βουλή, και παρά την έντονη αυτή υπόδειξη, δεν χάρισε στον αναίτιο σύζυγο ούτε ένα “θα” από τα τόσα που η Παράταξή του αφειδώς μοιράζει. Βέβαια, από χθες δεν μοιράζονται πια “θα”, με την νέα εισοδηματική πολιτική εννοώ. Αλλά όταν συνέταξε την Εισηγητική έκθεση ο κ. Υπουργός ένα “θα” μπορούσε να αφιερώσει.

Γι’ αυτό και οι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας, Άννα Συνοδινού, Φρόσω Σπεντζάρη, Παύλος Σαρλής και εγώ κάναμε μια πρόταση νόμου για την ασφαλιστική κατοχύρωση του αναίτιου συζύγου και θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα έχει ευήκοον ους ο κ. Υπουργός στην πρότασή μας.

Ωστόσο, το θέμα αυτό δεν λύνεται με υποσχέσεις. Η Νέα Δημοκρατία επιμένει σε μια προσθήκη που κατέθεσε σήμερα την οποία θέλω μ’ όλη τη θέρμη και τα επιχειρήματα που προείπα να την υποστηρίξω. Η Νέα Δημοκρατία ζητάει, το άρθρο 16 του νομοσχεδίου που περιέχει τις ρυθμίσεις του διαζυγίου να μην αρχίσει να εφαρμόζεται αμέσως από την 1η Ιανουαρίου του 1983. Ας ανασταλεί η εφαρμογή των διατάξεων για το διαζύγιο ένα χρόνο. Δεν βλάπτονται με ένα χρόνο καθυστέρηση εκείνοι οι περίφημοι αλύτρωτοι που θα ήθελαν αμέσως “εδώ και τώρα”  να απαλλαγούν. Ας ανασταλεί η ισχύς του άρθρου αυτού για ένα χρόνο και τότε και το θέμα μπορεί πιο επισταμένα να μελετηθεί, αλλά και κυρίως η Κυβέρνηση θα έχει όλο το χρόνο μαζί με αυτές τις τόσο προοδευτικές  και ριζοσπαστικές διατάξεις εκείνες που θα κατοχυρώσουν τον αναίτιο σύζυγο. […]

 

 

Κάνω πραγματικά μια έκκληση στον κ. Υπουργό, επικαλούμενη την πολιτική του ευθύνη και τέλος-τέλος επικαλούμενη και το πολιτικό κόστος που θα έχει για την Παράταξή του μια τέτοια ρύθμιση, που θα άφηνε πολλές Ελληνίδες δυστυχώς, έρημες και απροστάτευτες.

Θα μπορούσε κανείς και πολλά άλλα να παρατηρήσει για το νομοσχέδιο αυτό, θετικά και αρνητικά. Κατά τη γνώμη μου, αν κοιτάξουμε συνολικά και σφαιρικά το νομοσχέδιο υπερτερούν τα θετικά, γιατί η ισονομία, όπως είπα στην αρχή, είναι μια κατάκτηση πολύ σημαντική, είναι η αποκορύφωση του έργου της Νέας Δημοκρατίας.

Με την έννοια αυτή, όπως είπα πριν, η Νέα Δημοκρατία, τιμώντας τη γυναίκα, όπως απέδειξε πόσο την τιμά στα χρόνια της επτάχρονης διακυβέρνησης της Χώρας, πιστεύοντας στην ισονομία που η ίδια η Νέα Δημοκρατία εγκαθίδρυσε και προήγαγε ως αυτό το σημείο, ώστε να φθάνουμε σήμερα να την ψηφίζουμε, εύλογο είναι, κύριοι συνάδελφοι, ότι η Νέα Δημοκρατία ψηφίζει το νομοσχέδιο για την ισονομία. Έχει όμως βαθύτατες και καίριες επιφυλάξεις στη ρύθμιση που αναφέρεται στο διαζύγιο.

Τελειώνοντας, θα ήθελα να επαναλάβω και να ζητήσω από τον κ. Υπουργό να αναλογισθεί τις ευθύνες τις δικές του και της Παράταξής του, που συνεπάγονται οι λύσεις για το διαζύγιο οι τόσο ατελείς και καθόλου συνολικές που μας εισηγείται. Ας κρατήσει τις διατάξεις του διαζυγίου, που ούτως ή άλλως θα ψηφίσουμε, γιατί είναι κώδικας και δεν μπορούμε να τις αποχωρήσουμε. Ας κρατήσει, λοιπόν, την ισχύ τους για 1 χρόνο, μέχρις ότου και εκείνος μπορέσει πιο ολοκληρωτικά να ρυθμίσει αυτά τα καίρια κοινωνικά ζητήματα. Άλλωστε κάποια προχειρότητα υπήρξε. Δεν ξεχνάμε ότι τη μια μέρα μας ανήγγειλε ο κ. Υπουργός ότι ο γάμος λύεται μετά ένα χρόνο διάσταση με κοινή απόφαση ή μετά 3 χρόνια διάσταση μονομερώς και πριν προλάβουμε να το συνειδητοποιήσουμε, μετά δύο ημέρες ξαφνικά έγιναν 4 τα χρόνια της διάστασης. Αυτό μαρτυρεί, ότι το θέμα είναι νευραλγικό, ότι πονάει και την Κυβέρνηση και το Λαό και εσάς, κύριοι συνάδελφοι της Πλειοψηφίας. Σκεφθείτε, λοιπόν, το θέμα πιο σοβαρά και σκεφθείτε σοβαρά την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας. Στην ισονομία είμαστε μαζί σας, αλλά στο διαζύγιο δυστυχώς είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε τις αντιρρήσεις που σας είπα.                                 

 

Print
1758 Rate this article:
3.0

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω