Search
× Search

Ομιλίες - Ολομέλεια

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΡΗ΄-29.4.1987:Συζήτηση νομοσχεδίου Υπ. Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας"Αναγκαστική συμμετοχή δημοσίων φορέων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις"

Αισθάνομαι πραγματικά ντροπή ως μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου, αισθάνομαι ντροπή για λογαριασμό όλων των συναδέλφων και ντροπή και για λογαριασμό του κ. Υπουργού. Διότι η διάταξη αυτή, που υποχρεώνει εμάς τους βουλευτές να ασχολούμεθα με αυτή-και θεωρώ ντροπή μόνο το γεγονός ότι ασχολούμεθα-εμφανίζει το ελληνικό δημόσιο, όχι μόνο αναξιόπιστο, όχι μόνο αθεράπευτα στρεψόδικο, αλλά το εμφανίζει και να μετέρχεται μεθόδους πραξικοπηματικές, δυστυχώς ανάλογες με εκείνες τις ενέργειες τις πραξικοπηματικές που υποτίθεται ότι έρχεται να θεραπεύσει. Στην πραγματικότητα, ισχυροποιεί και επισφραγίζει-και το καταγγέλλω επίσημα-πράξεις της δικτατορίας του Ιωαννίδη. 

Εξηγούμαι, λοιπόν, γιατί η διάταξη αυτή είναι αντισυνταγματική και εμφανίζει το ελληνικό δημόσιο και τη Βουλή των Ελλήνων να παραβιάζει το Σύνταγμα με κοινοβουλευτικό τρόπο. 

Η τροπολογία αυτή, ήρθε στην αρχή με τη μορφή κατάργησης αμετάκλητων δικαστικών αποφάσεων. Πλην όμως ενόμισε ο κ. Υπουργός και η Κυβέρνηση ότι με την αναδιατύπωση, που δε δείχνει περί τίνος πρόκειται, θα μπορούσε να ξεγελάσει και το Ελληνικό Κοινοβούλιο και τον ελληνικό Λαό και προπαντός το διεθνές κοινό, που περιμένει να δει τι θα γίνει, ότι δεν πρόκειται περί αυτού. 

Η τροπολογία αφορά συμβάσεις, ειδικά μία συγκεκριμένη σύμβαση της δικτατορίας, η οποία λύθηκε με το Ν. 141. Ο Ν. 141/75 πρόβλεψε όμως ότι από τη λύση των συμβάσεων αυτών, δε θα μπορούσαν να γεννηθούν αξιώσεις αποζημιώσεως κατά του δημοσίου. Επομένως πρόκειται για αξιώσεις που είχαν δημιουργηθεί σε προγενέστερο χρόνο. Ήρθαν λοιπόν αποφάσεις δικαστηρίων, που επιβεβαίωσαν τις απαιτήσεις και επιδίκασαν τα δισεκατομμύρια που ανέφερε προηγουμένως ο κ. Παυλίδης. Και πώς επελήφθησαν; Με προσφυγή του ίδιου του ελληνικού δημοσίου στη διαιτησία, την οποία προέβλεπαν οι συμβάσεις αυτές που είχαν κυρωθεί με νόμο και στηρίζονται στο νόμο 2687 του ’53 που είχε και έχει επηυξημένη τυπική ισχύ. Προσέφυγε λοιπόν το ελληνικό δημόσιο, βάσει της διαιτητικής ρήτρας στη διαιτησία. Και δεν ντρέπεται αυτή τη στιγμή το ελληνικό δημόσιο, επειδή έχασε και στη διαιτησία και σε όλες τις δικαστικές αποφάσεις των τακτικών δικαστηρίων όπου προσεβλήθη η διαιτητική απόφαση, δεν ντρέπεται να έρχεται σήμερα και να υποχρεώνει τους Έλληνες βουλευτές να καταργούν με νόμο τις δικαστικά ανεγνωρισμένες απαιτήσεις. 

Όμως, κύριε Υπουργέ, δεν έχετε αντιληφθεί ότι ούτε με την τροπολογία που φέρνετε καλύπτεται η ανάγκη την οποία θέλετε να εξυπηρετήσετε. Καταργείτε έμμεσα με ερμηνευτική διάταξη, αλλά με τρόπο που δεν έχει καμία σχέση με τη δήθεν ερμηνευόμενη διάταξη, τις διαιτητικές ρήτρες των συμβάσεων της 7ετίας και τη συγκεκριμένη -γιατί περί μιας πρόκειται τελικά-. Δεν έχετε, όμως αντιληφθεί-ίσως δεν διαβάσατε τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν βγει -ότι αυτή η ρήτρα στηρίζεται στον αναπτυξιακό νόμο 2687, που παρέμεινε ισχύων και με το ισχύον Σύνταγμα. Δεν διαβάσατε τις δικαστικές αποφάσεις; Αναφέρομαι συγκεκριμένα στην 9386/86 του Εφετείου Αθηνών, το περιεχόμενο της οποίας επαναλαμβάνει και ο εισηγητής αεροπαγίτης δικαστής, που κατέθεσε προχθές την εισήγησή του στον Άρειο Πάγο και συζητείται μεθαύριο Δευτέρα. Λέει, λοιπόν η δικαστική απόφαση, ότι η συμφωνία περί διαιτησίας των συμβάσεων αυτών στηρίζεται στον επηυξημένης τυπικής ισχύος νόμο 2687 και επομένως, κατά την αληθή έννοια του Συντάγματος, δεν είναι δυνατόν, δεν επετράπει να αναθεωρηθεί η ρήτρα αυτή ούτε με το νόμο 141 και επομένως, ούτε και με τον παρόντα νόμο. 

Ο χρόνος δεν μου επιτρέπει να εκθέσω, τι κρύβεται πίσω από την τροπολογία και τα πραγματικά περιστατικά που τη συνθέτουν. Ένα μόνο θέλω να πω: το ελληνικό δημόσιο, η ελληνική Κυβέρνηση, το Κοινοβούλιο και οι βουλευτές εμείς αυτή τη στιγμή συνεργούμε σε ένα πραξικόπημα, όμοιο του οποίου δεν έχει ξαναπεράσει από την Ελληνική Βουλή. 

 

 

Το θέμα το οποίο συζητούμε έχει δύο όψεις. Μία πολιτική όψη και μία νομική-συνταγματική όψη. Ο κ. Υπουργός εκμεταλλεύτηκε κατά τον τρόπο του και με τέχνασμα την πολιτική διάσταση του προβλήματος και ούτε λίγο ούτε πολύ μας ενεφάνισε ως υπερασπιστές της αξιοπιστίας της δικτατορίας. Απέτυχε βέβαια στο σημείο αυτό, διότι εμείς αυτή τη στιγμή δεν μιλάμε για την αξιοπιστία της δικτατορίας ούτε ενδιαφερόμαστε γι’ αυτήν, αλλά ενδιαφερόμαστε για την αξιοπιστία του δημοκρατικού ελληνικού δημοσίου και αυτήν προσπαθούμε να υπερασπιστούμε. Επειδή όμως ο λόγος περί δικτατορίας και περί συμβάσεων της δικτατορίας, μία μικρή ερώτηση στον κ. Υπουργό εν παρενθέσει και πολύ σύντομη: Με την ίδια σύμβαση, με την οποία υποτίθεται ότι επωφελήθηκε αθέμιτα η εταιρεία, την οποία αυτή τη στιγμή με την προτεινόμενη τροπολογία προσπαθεί η Κυβέρνηση να αποκλείσει από τις αξιώσεις της, με την ίδια σύμβαση και με τους ίδιους όρους δεν συνεβλήθη και άλλος επιχειρηματίας, ο οποίος ίδρυσε το διυλιστήριο, δεν υπέστη καμία κύρωση και αυτή τη στιγμή φέρεται από τις εφημερίδες -εγώ δεν το γνωρίζω-ότι υποστηρίζει το ΠΑΣΟΚ και σπεύδει να τροφοδοτήσει την Κυβέρνηση με πετρέλαια, όταν βρίσκεται στο “αμήν”, διότι ποτέ δεν προνοεί να εξασφαλίσει τα κατάλληλα και απαραίτητα αποθέματα;

Μια μικρή ερώτηση πολιτική, στην οποία δεν περιμένω και απάντηση, γιατί νομίζω ότι ο κ. Υπουργός δεν θα τη δώσει. 

Αλλά έρχομαι στο βασικό θέμα, το κατ’ εξοχήν νομικό-συνταγματικό, με το οποίο υπερασπιζόμαστε το Σύνταγμα και την αξιοπιστία του δημοκρατικού ελληνικού δημοσίου. Θα ήθελα να ερωτήσω τον κ. Υπουργό -γιατί φοβούμαι ότι δεν έχει καλά ενημερωθεί από τις υπηρεσίες του- αν είναι αξιόπιστο το ελληνικό δημόσιο, το οποίο συμπεριφέρεται ως εξής: 

Μας είπε ο κ. Υπουργός ότι έρχεται με την τροπολογία να λύσει μια διαφωνία που υπήρξε σε σχέση με το Ν. 141, τον οποίο ερμηνεύει τώρα αναδρομικά. Μας είπε ότι η διαφωνία αυτή ήταν μεταξύ του κ. Κεραμέα και του κ. Μητσόπουλου. Μα, προς Θεού! Έρχεται η Ελληνική Βουλή, μετά 11 χρόνια να λύσει τη διαφωνία του κ. Κεραμέα και του κ. Μουτσόπουλου, την οποία έλυσαν τα δικαστήρια με σωρεία δικαστικών αποφάσεων μέσα σ’ αυτά τα 12 χρόνια, αποφάσεων στις οποίες δεν υπήρξε καμία διάσταση, δεν υπήρξε ούτε μία αντίθετη απόφαση; Μα, είναι αυτή εμφάνιση κυβερνήσεως και ελληνικού δημοσίου και ευπρεπής δικαιολογία αυτού του εγχειρήματος; Τη διαφωνία του κ. Κεραμέα και του κ. Μουτσόπουλου ερχόμαστε να λύσουμε, όταν υπάρχουν ομόφωνες δικαστικές αποφάσεις για την ερμηνεία του Ν. 141; 

Αλλά, τι γίνεται με την ιστορία αυτή της διαιτητικής ρήτρας, που έρχεται ο κ. Υπουργός και καταργεί αυτή τη στιγμή. Ερωτώ : Είναι αξιόπιστο το ελληνικό δημόσιο, εν σχέσει με την καταργούμενη αυτή τη στιγμή διαιτητική ρήτρα, όταν το ίδιο το ελληνικό δημόσιο την έχει επικαλεσθεί και προσφύγει με αυτήν, στα δικαστήρια; 

Εξεδόθη δικαστική απόφαση, όχι διαιτητική, που δικαίωσε τον Στρατή Ανδρεάδη, περί του οποίου πρόκειται. Το ελληνικό δημόσιο όμως καταφεύγει, για να παρακάμψει τη δικαστική απόφαση, στη διαιτητική ρήτρα, ελπίζοντας ότι θα βγάλει μια υπέρ αυτού διαιτητική απόφαση. Αυτή τη διαιτητική ρήτρα έρχεται λοιπόν αυτή τη στιγμή και την καταργεί. Και αυτό, επειδή το διαιτητικό δικαστήριο στο οποίο προσέφυγε, βάσει της διαιτητικής ρήτρας που το ίδιο το δημόσιο επικαλέστηκε, έβγαλε και αυτό αμετάκλητη απόφαση κατά του δημοσίου. Για αυτό και στην πρώτη διατύπωση της τροπολογίας ορίζεται ότι καταργούνται αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, -δηλαδή η αμετάκλητη διαιτητική απόφαση που το Δημόσιο προκάλεσε, επικαλούμενο τη διαιτητική ρήτρα-. Όταν όμως οι σύμβουλοί του κ. Υπουργού του είπαν ότι είναι αντισυνταγματικό να καταργούμε αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις -γιατί ποτέ δεν έχει συμβεί δημοκρατική κυβέρνηση μέχρι σήμερα, οποιαδήποτε και το ΠΑΣΟΚ ακόμη, να καταργήσει αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, μόνο εκκρεμείς δίκες έχει καταργήσει- αλλάζει τη διατύπωση της τροπολογίας και αντί να καταργεί την αμετάκλητη διαιτητική απόφαση, καταργεί τη διαιτητική ρήτρα βάσει της οποίας βγήκε η διαιτητική απόφαση, την οποία ρήτρα, επαναλαμβάνω, το δημόσιο ενεργοποίησε και με αυτήν προκάλεσε την έκδοση της διαιτητικής αποφάσεως. 

Είναι αξιοπιστία του ελληνικού δημοσίου, κύριε Υπουργέ, αυτή, για την οποία υποτίθεται ότι και σεις αγωνίζεσθε; 

Τέλος απόρησε ο κ. Υπουργός, και ρώτησε, γιατί εμείς στεναχωριόμαστε, αν είναι αντισυνταγματική η διάταξη -και είναι αντισυνταγματική για το λόγο που εξήγησα στην πρωτολογία μου, επειδή η διαιτητική ρήτρα δεν μπορεί με διάταξη νόμου να θιγεί- και μας είπε: “Τι στενοχωριέστε; Θα πάνε οι ενδιαφερόμενοι στα δικαστήρια και θα βγάλουν απόφαση ότι είναι αντισυνταγματικός ο νόμος”. Μα, τέτοιες αποφάσεις έχουν βγάλει σωρεία. Και όταν έφθασαν στο αμήν να τις εκτελέσουν, έρχεσθε με αυτή την τροπολογία και τους βάζετε να ξαναρχίσουν από την αρχή. 

Και όταν πετύχουν κάποια πρωτόδικη απόφαση που θα τους λέει ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός, θα ξαναφέρετε μια νέα αντισυνταγματική τροπολογία και εκείνοι θα πρέπει να ξαναρχίσουν από την αρχή. Μέχρι πότε θα κρατήσει αυτή η διαδικασία; 

Γι’ αυτό είναι αναξιόπιστο το ελληνικό δημόσιο και γι’ αυτή την αξιοπιστία του μαχόμεθα αυτή τη στιγμή και για το Σύνταγμα.

Print
727 Rate this article:
No rating

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςPrivacy Statement© 2025 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω