Search
× Search

Ομιλίες - Αναθεώρηση του Συντάγματος

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ - 17 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2001(ΑΠΟΓΕΥΜΑ): Συζήτηση επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος (επί της αρχής)

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι γενιές που αποτελούμε την παρούσα Βουλή και ενδεχομένως αποτελέσαμε και την προηγούμενη Βουλή, επιτελούμε ένα ιστορικό έργο και μπορούμε να διεκδικήσουμε την ταπεινή ιστορική σφραγίδα μιας αναθεωρητικής εργασίας του Συντάγματος, η οποία θα εγγραφεί στη σύγχρονη συνταγματική μας ιστορία. 

Το πρώτο μεγάλο βήμα έγινε το 1975, όταν ψηφίστηκε αυτό το Σύνταγμα, και το δεύτερο μεγάλο βήμα γίνεται κατά την παρούσα περίοδο. Σε μια τέτοια συζήτηση επί της αρχής δεν μπορεί να μπει κανείς σε λεπτομέρειες, θα ήθελα όμως να χρησιμοποιήσω το λίγο χρόνο που έχω για να επισημάνω ορισμένα χαρακτηριστικά και ορισμένες αρετές της παρούσας αναθεωρητικής εργασίας. 

Παρακολούθησα με πολύ μεγάλη προσοχή όλη τη συζήτηση που έχει γίνει μέχρι τώρα στα πλαίσια της κοινής γνώμης και της κοινωνίας των πολιτών για την αναθεώρηση που επιτελούμε και εκείνο που είναι αναμφισβήτητο χαρακτηριστικό της συζήτησης αυτής είναι, ότι κινείται ανάμεσα σε ένα άκρο που θεωρεί κάποιες ρυθμίσεις πολύ ρηξικέλευθες έως και επικίνδυνες και σε ένα άλλο άκρο που θεωρεί την αναθεώρηση αυτή ως άτολμη, ανούσια και χωρίς σημασία γιατί δεν δίνει ριζοσπαστικές λύσεις. 

Αυτή η μεγάλη διάσταση απόψεων, νομίζω ότι δίνει και το θετικό στίγμα αυτής της Αναθεώρησης, ότι είναι δηλαδή μια Αναθεώρηση που γίνεται με ισορροπία, μια Αναθεώρηση που προχωρεί με μέτρο. Και είναι ένα πραγματικά θετικό στίγμα αφού το Σύνταγμά μας δεν μπορεί παρά να είναι η συνισταμένη των κοινωνικών αντιλήψεων που επικρατούν μια δεδομένη στιγμή. Δεν μπορεί να απεικονίζει τα άκρα, είναι μια συνισταμένη. Και πιστεύω ότι η Αναθεώρηση, στην οποία θα καταλήξουμε, θα έχει πραγματικά αυτήν την αρετή. 

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, όπως είπε και ο επίτιμος Πρόεδρος που προηγήθηκε, ότι το Σύνταγμά μας είναι ένα αυστηρό Σύνταγμα, δεν αναθεωρείται εύκολα, όπως ένας κοινός νόμος, θα περάσουν πολλά χρόνια για να γίνει μια νέα αναθεώρηση και πιστεύω ότι αυτό είναι ένα θετικό χαρακτηριστικό για το Σύνταγμά μας, ένα γεγονός που το προστατεύει από τη γνωστή μανία των Ελλήνων να παράγουν συνεχώς και να τροποποιούν νόμους. 

Θα ήθελα να εντοπίσω τις παρατηρήσεις μου και να επισημάνω ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της αναθεωρητικής εργασίας, το οποίο έχει σοβαρότατες συνέπειες και πρέπει να έχει επιπτώσεις στη δική μας συμπεριφορά ως Βουλευτών. 

Είναι βέβαιο, από τις βασικές διατάξεις και τον χαρακτήρα του Συντάγματός μας, ότι η Αναθεώρηση είναι αποκλειστικά έργο των Βουλευτών, χωρίς σύμπραξη ή ανάμειξη κανενός άλλου πολιτειακού παράγοντα. Ούτε η κυβέρνηση αναμειγνύεται με τη γνωστή της νομοθετική πρωτοβουλία στη κοινή νομοθετική εργασία ούτε καν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Είναι ένα έργο που ξεκινάει και τελειώνει στη Βουλή και γίνεται από τους Βουλευτές. 

Έτσι, όμως, γίνεται φανερό ότι στους ώμους τους δικούς μας, στους ώμους των Βουλευτών, επιρρίπτεται το πολύ σημαντικό βάρος για μια ειλικρινή και αδέσμευτη αναθεωρητική εργασία. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ενεργοποίηση άμεση της κατά συνείδηση ψήφου και γνώμης που προβλέπει το άρθρο 60. Σημαίνει αποδέσμευση του Βουλευτή από στενές και στενόκαρδες κομματικές εξαρτήσεις και κυρίως προϋποθέτει τη δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων, καθώς μόνο πλέον μέσα στα κόμματα ή τουλάχιστον κατά κύριο λόγο μέσα στα κόμματα διαμορφώνεται η πολιτική. 

Αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία τις ημέρες που ζούμε, γιατί δυστυχώς και ο ρόλος του Βουλευτή και η αποστολή των κομμάτων απαξιώνεται έντονα στην εποχή μας και η κοινή γνώμη συμπεριφέρεται στην καλύτερη περίπτωση κατά τρόπο αδιάφορο και στη χειρότερη κατά τρόπο περιφρονητικό και απαξιωτικό και για την πολιτική και για τους πολιτικούς και για τα κόμματα. Μας προσφέρεται, λοιπόν, η μεγάλη ευκαιρία σε αυτήν την αναθεωρητική εργασία να λειτουργήσουμε πραγματικά ως εκφραστές της πολιτικής συνείδησης του τόπου και κυρίως να εκφράσουμε τη δική μας συνείδηση και τη δική μας γνώμη. 

Θα έπρεπε αυτήν την αποστολή να την κατοχυρώσουμε καλύτερα και μέσα από διατάξεις του Συντάγματος, που αναφέρονται στην έκφραση της πολιτικής μέσω των πολιτειακών οργάνων, υιοθετώντας και κάποιες πιο προωθημένες ρυθμίσεις μέσα στο Σύνταγμα, που θα μας βοηθούσαν πράγματι να αναβαθμίσουμε το ρόλο του Βουλευτή και να καταξιώσουμε την πολιτική που τόσο πολύ πλήττεται αυτήν την εποχή. Θα ήθελα παραδείγματος χάρη να είμαστε πιο τολμηροί στο άρθρο 29 και να επεμβαίναμε στη λειτουργία των κομμάτων. Ξέρω ότι αυτή η γνώμη έχει πολλές αντίθετες απόψεις, τη θεωρία της αυτονομίας των κομμάτων και άλλα παρεμφερή. Πιστεύω, όμως, ότι σήμερα ο μόνος τρόπος να βοηθήσουμε τα κόμματα να εκτελέσουν τον προορισμό τους και κυρίως να ανακτήσουν το κύρος τους, είναι να στηρίξουμε τη δημοκρατική τους λειτουργία. 

Δυστυχώς στο άρθρο 29 κάναμε μία σχετικά δειλή ρύθμιση για τα οικονομικά των κομμάτων, αλλά δεν προσπαθήσαμε να κατοχυρώσουμε τη δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων με τρόπο δεσμευτικό από το Σύνταγμα και με τη δυνατότητα έκδοσης νόμου για τα κόμματα, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, που θα καθιερώνει τις βασικές αρχές λειτουργίας των κομμάτων. 

Ακόμα θα έπρεπε -και πιστεύω σύμφωνα με τις προτάσεις της Νέας Δημοκρατίας να γίνει δεκτό αυτό το πράγμα- να είμαστε πιο αποτελεσματικοί στον έλεγχο της χρηματοδότησης και των κομμάτων και των πολιτικών, μια και δεν προβλέπουμε ακόμα μέσα στις διατάξεις μας το δικαστικό έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων και των πολιτικών. 

Και ακόμα δεν έχουμε καθορίσει, ελπίζω να το κάνουμε στην αναθεωρητική εργασία, ρητά να προβλέπεται και η έκπτωση ακόμα από το βουλευτικό αξίωμα, αν υπάρχει υπέρβαση των δαπανών και παραβίαση των σχετικών διατάξεων. 

Ακόμα λυπάμαι, γιατί σε αυτό το πλαίσιο της στήριξης της πολιτικής και των κομμάτων και της στήριξης των πολιτικών δεν προχωρήσαμε με θάρρος στην αναθεώρηση του άρθρου 62 για την ασυλία, όχι γιατί δεν υπάρχει και άλλος τρόπος εκτός του Συντάγματος να είμαστε πιο τίμιοι και πιο ευθείς στην αντιμετώπιση της ασυλίας, αλλά γιατί αναθεωρώντας το άρθρο 62 για την ασυλία θα δίναμε ακόμα περισσότερο την εικόνα της Βουλής, η οποία ενδιαφέρεται να αναβαθμίσει το κύρος του πολιτικού, να αναβαθμίσει το κύρος των κομμάτων και βεβαίως να αναβαθμίσει τη δημοκρατία. 

Γιατί, κύριοι συνάδελφοι, κανένα εργαλείο καταλληλότερο δεν υπάρχει για να εξασφαλίσουμε την άψογη λειτουργία της πολιτικής παρά μόνο η εφαρμογή των δημοκρατικών κανόνων. Και θα πρέπει μέσα από όλες τις ρυθμίσεις και του Συντάγματος και των νόμων να επιδιώκουμε πάντοτε τη στερέωση της δημοκρατικής αρχής και την εφαρμογή των συνεπειών της. 

Εκείνο το οποίο θα ήθελα να ευχηθώ είναι το ίδιο πνεύμα που επεκράτησε στην κοινοβουλευτική επιτροπή να επικρατήσει και στις εργασίες μας και το προϊόν αυτό να είναι το προϊόν της συνείδησής μας και της γνώμης μας, ακόμη και αν συμβούν περιπτώσεις -που είναι πάρα πολύ φυσικό να συμβούν- να αφίσταται η γνώμη και η ψήφος του Βουλευτή από τη συνολική τοποθέτηση των κομμάτων ή του κόμματός του. Θα ήθελα μάλιστα να προειδοποιήσω ιδίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αν υπάρξουν τέτοιες διαφοροποιήσεις, να μην προσπαθούν πίσω από τις γραμμές να συναγάγουν παραπολιτικά συμπεράσματα και απόψεις που φέρουν σε αντίθεση τους πολιτικούς με τα κόμματά τους.

Print
765 Rate this article:
No rating

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω