ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΡΜΕ'-9 ΙΟΥΝΙΟΥ 1997: Νομοσχέδιο Υπουργείου Εξωτερικών "Κύρωση της Συμφωνίας Σέγκεν"
Αν κάποιος πρέπει να λογοδοτήσει απόψε το βράδυ στην Βουλή για την απερίγραπτη σύγχυση, την παραπληροφόρηση και για ένα είδος σχεδόν υστερίας που κυκλοφορεί σε ένα μέρος του Ελληνικού Λαού, αν κάποιος πρέπει να λογοδοτήσει για την παρεξήγηση που επικρατεί γύρω από την συνθήκη του Σένγκεν, αυτός είναι η Κυβέρνηση και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Πρέπει να δώσει λόγο για την ανακολουθία της, για τις παλινωδίες, τις ψυχώσεις με τις οποίες διακατείχετο μέχρι πρότινος το λεγόμενο λαϊκό και πατριωτικό ΠΑ.ΣΟ.Κ., που τον εμπόδισαν να προχωρήσει υπεύθυνα, όπως έπρεπε ήδη από το 1994, στην κύρωση αυτής της σύμβασης.
Ο κ. Κωνσταντόπουλος και οι Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας -άκουσα τον κ. Καμμένο με πολλή προσοχή- παρουσίασαν τις εκφράσεις, σκέψεις και ενστάσεις που διετύπωνε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ και οι Υπουργοί του το 1994 εναντίον της Συνθήκης Σένγκεν. Σήμερα το ΠΑ.ΣΟ.Κ. εμφανίζεται με το φιλευρωπαϊκό του πρόσωπο και με την αξίωση η επίσημη Ελλάδα που εκπροσωπείται από την Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στο εξωτερικό να συμβαδίσει πλέον με την Ευρώπη. Είναι φυσικό λοιπόν σήμερα να δημιουργεί αυτές τις αντιδράσεις και να βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να τις αντιμετωπίσει. Δε νομίζω ότι ο κύριος Υπουργός που μίλησε στην αρχή αντιμετώπισε τις ενστάσεις και διέλυσε τους φόβους τους οποίους ανέπτυξαν πολλοί συνάδελφοι εδώ.
Κύριε Πρόεδρε, η Νέα Δημοκρατία υπήρξε πάντα συνεπής και συνεπής είναι και σήμερα. Η ίδια υπέγραψε τη συνθήκη το 1992 και δυο φορές ή τρεις, αν δεν κάνω λάθος, την έχει καταθέσει ως πρόταση νόμου, μαζί με το νομοσχέδιο για την επεξεργασία των προσωπικών πληροφοριών. Συνεπώς η συνέπεια της Παράταξης είναι δεδομένη και οι ανακολουθείες της κυβερνητικής Παράταξης είναι επίσης δεδομένες.
Τώρα επί του περιεχομένου της συμβάσεως: 'Όταν, κύριε Πρόεδρε, αξιώνουμε κοινοτική αλληλεγγύη από τους Ευρωπαίους και αξιώνουμε να προστατεύουνε τα σύνορά μας, δεν είναι δυνατό να το εννοούμε μόνο από τη πλευρά που μας ενδιαφέρει, δηλ. των εξωτερικών απειλών, και να αρνούμεθα την προστασία των συνόρων της Ελλάδος κατά το σκέλος που τα σύνορα αυτά είναι σύνορα της Ευρώπης. Επομένως να αρνούμεθα ένα άλλο είδος προστασίας που παρέχει η Ευρώπη, το οποίο είναι εξίσου σημαντικό με την ασφάλεια των συνόρων από εξωτερικούς κινδύνους, όπως είναι η ασφάλεια των συνόρων από τη διακίνηση του οργανωμένου εγκλήματος.
Δυστυχώς, η γεωγραφική θέση της Ελλάδας και άλλες ιστορικές και πολιτικές συνθήκες την έχουν καταστήσει κέντρο διερχομένου εγκλήματος. Ναρκωτικά, λαθρομετανάστευση, εμπόριο όπλων, τρομοκρατία, περνούν από την Ελλάδα και πολλές φορές σταματούν εδώ. 'Έχουμε άπειρα τέτοια θλιβερά δείγματα που έχουν αφήσει τα ίχνη τους στη Χώρα μας.
Συνεπώς, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να προστατευτούμε παρά μόνο υιοθετώντας τις υποδείξεις και τους όρους, τους οποίους θέτει η Ενωμένη Ευρώπη για την προστασία της ίδιας της Ευρώπης από το εισαγόμενο οργανωμένο έγκλημα. Φυσικό είναι η έμφαση να δίδεται στα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης, αφού στο εσωτερικό πλέον θα πάψουν να υπάρχουν σύνορα.
Οι ενστάσεις που διατυπώνονται και τις οποίες ακούσαμε σ' αυτήν την Αίθουσα είναι δυο ειδών. Είναι ενστάσεις που έχουν σχέση με την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Κυκλοφορεί η εντύπωση ότι η σύμβαση αυτή περιορίζει τα ατομικά δικαιώματα, θίγει τη προσωπική ζωή, εισέρχεται στο ιδιωτικό απόρρητο και δημιουργεί ένα σύστημα παρακολούθησης και κηδεμόνευσης των πολιτών. Μια άλλη κατηγορία ενστάσεων έχει σχέση με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, διότι συνδέει -εσφαλμένα, και εδώ είναι υποχρέωση της Κυβέρνησης, η οποία πρέπει ρητά και κατηγορηματικά να διαλύσει αυτές τις εντυπώσεις- συνδέει τη λειτουργία του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις που έχουν σχέση με την Αποκάλυψη του Ιωάννη και το γνωστό 666.
Για μας όλες οι απόψεις είναι σεβαστές, οπουδήποτε και αν στηρίζονται, και έχουμε χρέος και να τις σεβόμαστε και να τις προστατεύουμε. Αλλά εκείνο, το οποίο έχουμε ακόμα μεγαλύτερο χρέος να κάνουμε, είναι, αν αυτές οι απόψεις είτε στηρίζονται σε εσφαλμένη βάση είτε δεν έχουν σχέση με το συζητούμενο αντικείμενο, έχουμε υποχρέωση να τις διαλύουμε. Βλέπω ότι η Κυβέρνηση συστηματικά το αρνείται και κατά κάποιον τρόπο δείχνει και μια αλαζονεία, σαν να περιφρονεί αυτές τις αντιλήψεις, αρνείται να δώσει πάντως τις δέουσες εξηγήσεις.
Εάν διαβάσουμε τη συνθήκη -και νομίζω ότι πολλά που λέγονται στην Αίθουσα οφείλονται στο γεγονός ότι δεν έχει μελετηθεί σωστά η συνθήκη ή τουλάχιστον έχουν μελετηθεί ορισμένες πλευρές και έχουν αφεθεί αμελέτητες ορισμένες άλλες- θέτει σοβαρές ασφαλιστικές δικλείδες για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και σοβαρούς περιορισμούς, ώστε να μην πραγματωθούν οι κίνδυνοι που πάντα είναι υπαρκτοί.
Το πιο ευαίσθητο κεφάλαιο είναι αυτό που αναφέρεται στις πληροφορίες, δηλαδή στη λειτουργία του κεντρικού συστήματος πληροφοριών. Εκεί λοιπόν, δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας, ότι τα πάντα όσα διαβιβάζονται και αποθηκεύονται στο κεντρικό σύστημα πληροφοριών, εμφανίζουν δυο χαρακτηριστικά: Το ένα χαρακτηριστικό είναι ότι διαβιβάζονται από τα κράτη-μέλη βάσει του εθνικού τους δικαίου και στο μέτρο που το εθνικό δίκαιο επιτρέπει την αποθήκευση και διαβίβαση αυτών των πληροφοριών.
Αυτό είναι το ένα στοιχείο.
Το δεύτερο είναι, ότι οι πληροφορίες, δε συγκεντρώνονται για να δημιουργούνται αρχεία, αλλά συγκεντρώνονται από τις επίσημες Αρχές του κράτους-μέλους και διαβιβάζονται για τέσσερις αποκλειστικά σκοπούς:
Πρώτον, για την έκδοση εγκληματιών, άρα έχουμε να κάνουμε με πρόσωπα, για τα οποία έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση από ευρωπαϊκό κράτος. Δεύτερον, έχουν σχέση με την απαγόρευση εισόδου αλλοδαπών, όπου και όπως -λέει ειδικά το άρθρο 96- έχουν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις των κρατών-μελών, οι οποίες αναφέρονται σε αυτούς τους αλλοδαπούς.
Τρίτον, έχουν σχέση με την προστασία προσώπων που είναι στόχοι, επομένως με την προστασία προσώπων που κινδυνεύουν.
Τέταρτον, έχουν σχέση είτε με κατηγορουμένους είτε με μάρτυρες, που είναι υποχρεωμένοι βάσει της νομοθεσίας κάποιου κράτους-μέλους να εμφανιστούν σε δικαστήριο και δε βρίσκονται.
Αυτοί είναι οι τέσσερις στόχοι, για τους οποίους τα κράτη-μέλη επί τη βάσει της νομοθεσίας τους συγκεντρώνουν πληροφορίες και τις διαβιβάζουν στο κεντρικό σύστημα.
Υπάρχει εδώ κάποια ένσταση, η οποία να λέει ότι γι'αυτούς τους στόχους και υπ'αυτές τις προϋποθέσεις δεν είναι δυνατόν να γίνει συγκέντρωση πληροφοριών;
Αλλά πέραν αυτού, υπάρχουν και άλλες ασφαλιστικές δικλείδες προστασίας του συστήματος. Πρώτα από όλα, είπα και πριν, ότι μόνο το κράτος συγκεντρώνει αυτές τις πληροφορίες και τις διαβιβάζει. 'Έπειτα, την επίβλεψη του Συστήματος Σένγκεν την έχει η λεγόμενη Εκτελεστική Επιτροπή, η οποία αποτελείται από έναν εκπρόσωπο Υπουργό του κάθε κράτους-μέλους. Αποφάσεις λαμβάνει αυτό το συλλογικό όργανο μόνο με ομοφωνία. Δηλαδή, ο Έλληνας Υπουργός που θα μετέχει σε αυτό το όργανο, θα αποφασίζει με ομοφωνία με τα άλλα κράτη για οτιδήποτε αφορά το σύστημα πληροφοριών. Εκτός αυτού όμως, υπάρχει το Εθνικό Σύστημα Σένγκεν, αυτό που θα συλλέγει τις πληροφορίες, στην Ελλάδα, το οποίο στο χέρι μας είναι, Κυβέρνηση και Βουλή, να το συστήσουμε και να το συνθέσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και επιπλέον, η Σύμβαση επιβάλλει, αυτή η εθνική αρχή που θα συλλέγει τα στοιχεία, να επιβλέπεται από μια άλλη αρχή ελέγχου, για το αν κάνει σωστά τη δουλειά της. Πόσες άλλες ασφαλιστικές δικλείδες να τεθούν, ώστε να εξασφαλιστεί η δημοκρατική λειτουργία και ο σεβασμός των πολιτών; Εκτός εάν -και με αυτό τελειώνω, κύριε Πρόεδρε- αμφιβάλλουμε για τη δημοκρατική συγκρότηση και για την αποτελεσματικότητα του δικού μας Κράτους, εάν πιστεύουμε, ότι εδώ μέσα, Βουλή και Κυβέρνηση, δεν είμαστε σε θέση να αυτοπροστατευθούμε. Αυτό όμως νομίζω ότι δε συμβαίνει. Και γι'αυτό πιστεύω, ότι οι αντιρρήσεις που υπάρχουν, οφείλονται μόνο σε παραπληροφόρηση. Και υπεύθυνη γι' αυτήν την παραπληροφόρηση είναι μόνο η Κυβέρνηση.