Search
× Search

Ομιλίες - Ολομέλεια

/ Κατηγορίες: Ομιλίες - Ολομέλεια

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΡΞ΄- 9 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 : Νομοσχέδιο Υπουργείου Δικαιοσύνης "Θεσμικό πλαίσιο διασφάλισης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας"

Αγαπητοί συνάδελφοι, το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης είναι και ισορροπημένο και στην παρούσα συγκυρία και την ελληνική και τη διεθνή απολύτως αναγκαίο. 

Η παραβίαση του ιδιωτικού βίου μέσω της παράνομης παρακολούθησης και αποτύπωσης της συνομιλίας, που γίνεται με τα διάφορα τεχνικά μέσα που υπάρχουν μεταξύ επιχειρήσεων, μεταξύ πολιτικών οργανισμών, μεταξύ ιδιωτών και μεταξύ κράτους και ιδιωτών, έχει φθάσει σε ένα τέτοιο σημείο σε ευρωπαϊκό αλλά και σε διεθνές επίπεδο, ώστε επιβάλλει τη λήψη πολύ αυστηρών μέτρων που μπορεί να φθάνουν και σε υπέρμετρους περιορισμούς των δικαιωμάτων μας. 

Το νομοσχέδιο έχει προσπαθήσει και έχει κρατήσει μία γραμμή ισορροπίας ακολουθώντας βεβαίως και τις υποδείξεις της σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Επίσης, σέβεται και μεταχειρίζεται σωστά τις ανεξάρτητες αρχές και την Α.Δ.Α.Ε.. 

Χρέος σεβασμού και υποστήριξης των ανεξάρτητων αρχών, όπως είπε ο κ. Παπαδημητρίου, έχουμε όλοι -και η Συμπολίτευση και η Αντιπολίτευση. Νομίζω ότι το ίδιο χρέος έχει και η Αντιπολίτευση. Και θα ήθελα να επισημάνω ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. -το λιγότερο- δεν δικαιούται να διαμαρτύρεται γι’ αυτό, τη στιγμή κατά την οποία ένα ύψιστο δικαίωμα που έχει η Αντιπολίτευση, σε σχέση με τις ανεξάρτητες αρχές, το δικαίωμα να συμμετέχει και να καθορίζει τη σύνθεση των ανεξάρτητων αρχών, δεν το χρησιμοποίησε όλο το διάστημα που ήταν Αντιπολίτευση με τον πρέποντα τρόπο και με την επιβαλλόμενη σοβαρότητα.

Υπέπεσε σε συμπεριφορές μικροπολιτικού συμφέροντος που βεβαίως είχαν ως συνέπεια αυτήν τη μακρόσυρτη επί πολλούς μήνες εκκρεμότητα στη σύνθεση των ανεξάρτητων αρχών, η οποία δεν βοήθησε ούτε τις ανεξάρτητες αρχές, ούτε την αξιοπιστία του πολιτικού κόσμου και των κομμάτων. Αυτά εν είδει εισαγωγής. 

Παίρνω το λόγο για ένα ειδικό θέμα του νομοσχεδίου. Παρά το ότι είπα ότι είμαι ευχαριστημένη, γιατί είναι ισορροπημένο το νομοσχέδιο και ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες, έχω κάποιες επιφυλάξεις και κάποιους ενδοιασμούς και γι’ αυτό θέλω να τους ακούσει ο κύριος Υπουργός μήπως και διασκεδαστούν οι επιφυλάξεις μου. Έχουν κυρίως σχέση με τη χρήση των αποδεικτικών μέσων στην ποινική διαδικασία. 

Η αλήθεια είναι ότι έχουμε ένα αυστηρό άρθρο στο Σύνταγμα, το άρθρο 19. Η τελευταία παράγραφος του άρθρου 19 είναι απόλυτη. Λέει: «Αποδεικτικά μέσα που ελήφθησαν κατά παράνομο τρόπο, κατά παράβαση των άρθρων 19, 9 και 9Α, δεν χρησιμοποιούνται στο δικαστήριο». Βέβαια είμαι μεταξύ εκείνων που αντιτάχθηκαν σφοδρά στη διάταξη αυτή, στην Αναθεώρηση του 2001 και μεταξύ των ελαχίστων που την καταψήφισαν. Ωστόσο, από το γεγονός ότι έχουμε τη διάταξη αυτή απόλυτα διατυπωμένη δεν αντλούμε τη νομιμοποίηση να μην εφαρμόσουμε άλλες διατάξεις του Συντάγματος, που επιβάλλουν μία στάθμιση και μία αναλογία μεταξύ των δικαιωμάτων που προστατεύονται και εκείνων που αναπόφευκτα σε μία συγκεκριμένη διαμόρφωση των πραγμάτων παραβιάζονται. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στην παραβίαση των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου για την υπεράσπισή του ακόμα και αν χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν παράνομα αποδεικτικά μέσα. Είναι η λεγόμενη διεθνώς πλέον –στη γερμανική ποινική δικονομία είναι γνωστή- ως «αποδεικτική κατάσταση ανάγκης». 

Εδώ το νομοσχέδιο προχωράει σε δύο τροποποιήσεις, οι οποίες δείχνουν απόλυτη συμμόρφωση με το άρθρο 19, τελευταία παράγραφος του Συντάγματος. Από τη μία μεριά καταργεί την παράγραφο 3 του άρθρου 370Α, η οποία επέτρεπε, λόγω δεδικαιολογημένου ενδιαφέροντος, να χρησιμοποιηθούν κατ’ εξαίρεσιν παράνομα αποδεικτικά μέσα. Στο σημείο αυτό δεν θα εκφράσω αντίρρηση, κύριε Υπουργέ, διότι το να επιτρέπουμε έτσι γενικώς την επίκληση ενός δεδικαιολογημένου ενδιαφέροντος για να παραβιάζουμε μία συνταγματική διάταξη ίσως είναι υπερβολικό. Εκείνο όμως το οποίο με ενοχλεί –βέβαια θα σας ακούσω και θα το δούμε- είναι η παρέμβαση στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο οποίος προέβλεπε τη δυνατότητα χρήσης τέτοιων αποδεικτικών μέσων για την αθωότητα του κατηγορουμένου. Το λέει –είναι ακόμα ισχύουσα η διάταξη- όχι και πολύ κομψά και περί διαγραμμάτων. Πάντως το νόημα αυτό είναι, ότι δηλαδή για την απόδειξη της αθωότητας του κατηγορουμένου μπορεί να γίνει υποχώρηση.

Πιστεύω ότι αυτή η αυστηρή ρύθμιση, την οποία εισάγουμε τώρα στην ποινική δικονομία, δεν πρέπει να οδηγήσει τα δικαστήρια σε μία απόλυτη και χωρίς καμμία παρέκκλιση απαγόρευση, διότι τότε παραβιάζουμε μία άλλη γενική αρχή του Συντάγματος που εκφέρεται και στο άρθρο 25, που ορίζει ότι οι κάθε είδους περιορισμοί που θέτει το Σύνταγμα στην άσκηση δικαιωμάτων πρέπει να «σέβονται» την αρχή της αναλογικότητας. Η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει να υπάρχει μία στάθμιση των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα έτσι ώστε, όπως είπα πριν, η προστασία ενός δικαιώματος να μην αντιστρατεύεται ένα άλλο επίσης συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα. Η υπεράσπιση του κατηγορουμένου, το δικαίωμά του να αποδεικνύει την αθωότητά του είναι ένα ισοδύναμο δικαίωμα, συνταγματικά κατοχυρωμένο, όπως η προστασία του ιδιωτικού βίου που κατοχυρώνεται με το άρθρο 19, το άρθρο 9, το άρθρο 9A. Εάν υπάρχει μία πραγματική αποδεικτική κατάσταση ανάγκης, ας πούμε σοβαρό αδίκημα, ενδέχεται κακούργημα, ο κατηγορούμενος, που έχει αποσπάσει παράνομα αποδεικτικό στοιχείο, το οποίο αποδεικνύει την αθωότητά του, δεν μπορεί τώρα να το προσκομίσει ή αν το προσκομίσει διατρέχει κίνδυνο να τιμωρηθεί. Αλλά και αν πούμε ότι επειδή είναι κατηγορούμενος δεν θα τιμωρηθεί, πάντως δεν μπορεί να το λάβει υπ’ όψιν του το δικαστήριο, δεν μπορεί να τον αθωώσει επί τη βάσει αυτού του αποδεικτικού στοιχείου, που ενδέχεται να είναι και το μοναδικό. Αυτό νομίζω ότι, πρώτον είναι αντίθετο με την αρχή της αναλογικότητας και τη στάθμιση των δικαιωμάτων μέσα στο Σύνταγμα και δεύτερον, εκείνο που με ενοχλεί, είναι ότι δείχνει πως δεν αντιλαμβανόμαστε, ποιο είναι το ποινικό δικονομικό μας σύστημα, που δεν είναι μόνο δικό μας, αλλά είναι όλων των ηπειρωτικών ευρωπαϊκών κρατών. 

Εμείς δεν είμαστε αγγλοσαξωνική χώρα, όπως η Αμερική ή η Αγγλία, όπου η ποινική δίκη διεξάγεται κατ’ αντιδικία, ο κατηγορούμενος είναι αντίδικος του εισαγγελέως και παλεύουν οι δύο μπροστά στο δικαστήριο, που στέκεται σε μία ουδέτερη στάση, να δώσουν ο καθένας τα περισσότερα αποδεικτικά μέσα που μπορεί να εξασφαλίσει και εάν συμβεί ο κατηγορούμενος να παραδεχθεί την ενοχή του, τελειώνει η δίκη. 

Εδώ δεν ισχύουν αυτά τα πράγματα. Ισχύει η αρχή της ηθικής αποδείξεως. Το δικαστήριο και ο εισαγγελέας είναι υποχρεωμένοι να αναζητήσουν την ουσιαστική αλήθεια. Δεν μπορεί να στερηθεί το δικαίωμα το δικαστήριο να κρίνει αν πρέπει ή δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί από τον κατηγορούμενο ένα αποδεικτικό μέσο, που είναι το μόνο ενδεχομένως, το οποίο αποδεικνύει την αθωότητά του. 

Εκτός, αν μας πείτε, κύριε Υπουργέ, ότι στις προθέσεις σας, έτσι όπως διατυπώνεται το άρθρο 177 παράγραφος 2, αφήνει περιθώρια. Αλλά, πώς να τα δεχθώ τα περιθώρια; Λέει η διάταξη: «Αποδεικτικά μέσα που έχουν αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν στην ποινική διαδικασία». Εγώ θα προσέθετα εκεί: «Κατ’ εξαίρεσην γίνονται δεκτά ή λαμβάνονται υπ’ όψιν τέτοια αποδεικτικά μέσα μόνο για την απόδειξη της αθωότητας του κατηγορουμένου επί ισοβαρών εγκλημάτων» -δεν μιλάμε για ψιλοπλημμελήματα, μιλάμε για σοβαρά πλημμελήματα και κακουργήματα- «εφόσον το δικαστήριο κρίνει αιτιολογημένα ότι επιβάλλεται για λόγους αποδεικτικούς η χρήση αυτών των αποδεικτικών μέσων». 

Θα ήθελα, επίσης, να πω ότι μιλάμε στην παράγραφο 2 του 370 Α για την παράνομη αποτύπωση σε υλικό φορέα της «μη δημόσιας πράξης» άλλου. Αυτό, βέβαια, σηκώνει πολύ νερό. Ποια είναι η μη δημόσια πράξη άλλου, που δεν μπορεί να αποτυπωθεί; Υπάρχει και η περίπτωση να συνδεθεί η δημόσια πράξη με τη δημόσια ιδιότητα ενός προσώπου, οπότε θα πρέπει εδώ να δοθούν διευκρινήσεις για να ξεκαθαρίσουμε, ποια είναι η δημόσια πράξη που μπορεί να αποτυπωθεί και η μη δημόσια πράξη που εμπίπτει στην ιδιωτική σφαίρα και δεν αποτυπώνεται.

Print
733 Rate this article:
No rating

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω