Search
× Search

Ομιλίες - Αναθεώρηση του Συντάγματος

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΡΛΕ΄- 8.5.2008 : Αναθεώρηση άρθρων 14 παρ. 9, 17 παρ. 1 και 6, 20 παρ.1, 22 παρ. 1 και 28 παρ. 3 του Συντάγματος

Καταρχάς, θα ήθελα να διατυπώσω δύο βασικές θέσεις που αφορούν τη Νέα Δημοκρατία αλλά έχουν και γενικότερη απήχηση. Η πρώτη θέση είναι ότι όλοι όσοι μετέχουμε σε αυτήν την Βουλή, τα κόμματα που μετέχουν σε αυτή τη Βουλή και ιδιαιτέρως η Νέα Δημοκρατία, για την οποία ομιλώ, είναι κόμμα του 21ου αιώνα. Είναι ένα κόμμα με μακρά ιστορική παράδοση, με βαθύτατες εμπειρίες, ένα κόμμα όμως του παρόντος που εκπροσωπεί τον ελληνικό λαό επάξια, τον λαό που την επιβεβαιώνει συνεχώς τον τελευταίο καιρό, ένα κόμμα που κοιτάει μπροστά, αλλά κοιτάζει και πλάι του και δεν αγνοεί τι υποστηρίζουν τα άλλα κόμματα, τι πρεσβεύουν και τι ζητά ο κάθε πολιτικός φορέας. Επομένως, όλες αυτές οι κορώνες που ακούστηκαν για μονομερή προσανατολισμό της Νέας Δημοκρατίας προς ορισμένα κόμματα είναι εκ του πονηρού. Η Νέα Δημοκρατία εκφράζει το σύνολο του ελληνικού λαού, μένει αμετακίνητη στις θέσεις της και συνεργάζεται με όλους για να διαγράψει το μέλλον του τόπου αυτού. 

Μια δεύτερη αναμφισβήτητη θέση είναι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας μας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είμαστε μέσα στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανήκουμε στα κράτη που θεμελίωσαν την Ευρωπαϊκή Ένωση και επομένως την εκφράζουν αυθεντικά και εφαρμόζουμε τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον καλύτερο και τον συμφερότερο τρόπο για τα συμφέροντα της χώρας. Αυτό το λέω με αφορμή τις παρατηρήσεις που έγιναν σε δυο διατάξεις που έχουν πράγματι σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 28 και το άρθρο 14 παράγραφος 9. Στο άρθρο 28, κάποιοι δεν κατάλαβαν ακριβώς τι λέμε, τι εννοούμε, ότι δηλαδή αναφερόμαστε στην ενσωμάτωση και μόνο του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου, δηλαδή του ευρωπαϊκού δικαίου στην ελληνική έννομο τάξη. Όλες αυτές οι περιπλανήσεις περί εθνικής κυριαρχίας, περί απαλλοτριώσεως εθνικών δικαιωμάτων κ.ο.κ. είναι μόνο για τη δημιουργία εντυπώσεων και λαϊκίστικης -θα έλεγα- εκμετάλλευσης των αισθημάτων του λαού. Δεν πρόκειται για τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο παρά περί μιας διευκρινίσεως ότι, όταν πρόκειται να ενσωματώνεται το πρωτογενές Κοινοτικό Δίκαιο στην ελληνική έννομο τάξη, θα ισχύει η παράγραφος 3 του άρθρου 28. 

Περίπου τα ίδια ισχύουν και για το άρθρο 14 παράγραφος 9, το οποίο έχει πραγματικά μια προϊστορία και στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλοι συμφωνήσαμε και συμφωνούμε ότι πρέπει να προασπίσουμε την πολιτική ζωή από την επίδραση συμφερόντων που δεν είναι διαφανή, που δεν είναι σαφή και που εξυπηρετούν τους δικούς τους στόχους. Αυτό το ενδιαφέρον οδήγησε και στο προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, αυτό το ενδιαφέρον οδήγησε στο ισχύον 14 παράγραφος 9 και αυτό το ενδιαφέρον διέπει όλους μας και σήμερα. Τι συνέβη όμως; Αυτές οι ρυθμίσεις που πιστέψαμε ότι θα θωρακίσουν την πολιτική ζωή από τις αθέμιτες επιρροές, αυτές οι ρυθμίσεις κρίθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση ότι προσβάλλουν κάποιους κανόνες του ευρωπαϊκού νομικού οικοδομήματος και γι’ αυτό χρειάστηκε μία προσαρμογή. Δεν νομίζω ότι αλλάζει τίποτα στις τοποθετήσεις μας, δεν αλλάζει τίποτα στις διαθέσεις μας, ούτε περιορίζεται η δυνατότητά μας να αντιτάξουμε τους αμυντικούς μηχανισμούς που χρειάζονται απέναντι σε αυτές τις επεμβάσεις. 

Θα μπορούσαμε βέβαια κάλλιστα να ακολουθήσουμε δυο δρόμους. Ο ένας δρόμος ήταν να μείνουμε στο 14 παράγραφος 9, όπως ζητούν τα κόμματα της Αριστεράς, και να διατρέχουμε ανά πάσα στιγμή τον κίνδυνο η χώρα μας να βρίσκεται αντιμέτωπη με την ευρωπαϊκή έννομη τάξη και με το ευρωπαϊκό δικαστήριο. Θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε και την απολύτως αντίθετη άποψη που υποστήριξε ο ΛΑ.Ο.Σ. και ένα μέρος της Νέας Δημοκρατίας, να βγάλουμε δηλαδή τελείως όλη αυτή την αναφορά περί ασυμβιβάστου μέσα από το άρθρο 14 παράγραφος 9 και να περιοριστούμε στις πρώτες παραγράφους και στην τελευταία. Θα μπορούσε και αυτό να γίνει, αλλά θα ήταν μία ευπρεπής παρουσίαση των θέσεών μας και των διακηρύξεών μας, ότι ενδιαφερόμαστε πραγματικά να θέσουμε φραγμό στις αθέμιτες επιρροές; Έτσι, λοιπόν, διατυπώθηκε το άρθρο 14 παράγραφος 9, όπως διατυπώθηκε, ώστε από τη μια μεριά να μην δημιουργεί προβλήματα στη συνεργασία μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και από την άλλη να διακηρύσσει αρκούντως σαφώς, ποια είναι η τοποθέτησή μας απέναντι σε αυτές τις αθέμιτες επιρροές. Έρχομαι τώρα στο άρθρο 17. Ασφαλώς η πνευματική ιδιοκτησία είναι ενοχικό δικαίωμα, δεν είναι εμπράγματο, δεν περιλαμβάνεται στην ιδιοκτησία του άρθρου 17 και έγινε η προσπάθεια να περιληφθεί και η πνευματική ιδιοκτησία στις εξασφαλίσεις του άρθρου 17 σαν μια έκφραση της αξίας και του σεβασμού που δικαιούται να έχει ο πνευματικός δημιουργός, είτε είναι ο καθαυτόν δημιουργός είτε είναι ο ερμηνευτής ή καλλιτέχνης. 

Βέβαια, έμπλεξε το θέμα με την Α.Ε.Π.Ι. και με όλες αυτές τις εταιρείες είσπραξης πνευματικών δικαιωμάτων που τρόπον τινά με αναγκαστικό τρόπο πια στην Ελλάδα καλύπτουν την πνευματική δημιουργία. Αυτό είναι λυπηρό κατά τη γνώμη μου, διότι η πρόθεση δεν είναι να καλυφθούν –κάθε άλλο- εταιρείες πνευματικής ιδιοκτησίας. Πρόθεση είναι, να κατοχυρωθεί το δικαίωμα του πνευματικού δημιουργού και να διακηρυχθεί προς πάσα κατεύθυνση ότι έχει την ίδια αξίωση προστασίας όπως και η εμπράγματη ιδιοκτησία. 

Όσον αφορά το άρθρο 17 παράγραφος 6, όλοι αναγνωρίσαμε ότι εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα σύγκρουσης συμφερόντων, αφ’ ενός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που προβαίνει πολλές φορές σε μαζικές πολεοδομικές ρυθμίσεις, δεσμεύει ιδιωτικά ακίνητα με την μελλοντική προοπτική να κάνει πάρκα, δρόμους και πλατείες, αλλά δεν τα κάνει ποτέ, διότι όπως είπαν και άλλοι συνάδελφοι, η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν διαθέτει τους πόρους για να το κάνει αυτό, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σε μια κατάσταση φαύλου κύκλου, όπου από τη μια μεριά μια αδύναμη οικονομικά Τοπική Αυτοδιοίκηση κάνει ό,τι μπορεί για να δημιουργήσει αυτούς τους κοινόχρηστους χώρους και αφ’ ετέρου από την άλλη μεριά βρίσκονται οι ιδιώτες που χάνουν ξαφνικά την περιουσία τους χωρίς την πραγματική αποζημίωση. 

Δεν πρέπει να δοθεί μια λύση σ’ αυτό το πραγματικό κοινωνικό πρόβλημα; Βέβαια, αναφέρθηκαν, κυρίως οι συνάδελφοι του Συνασπισμού, σε περιπτώσεις καταπάτησης δημοσίων χώρων όπου δεν επιβάλλεται καμμία κύρωση. Αυτό είναι αληθές. Είναι ένα σύμπτωμα της ελληνικής πραγματικότητας που υστερεί πάρα πολύ σ’ αυτόν τον τομέα. Εμείς πιστεύουμε, ότι αν κατοχυρώσουμε την ιδιοκτησία και από τις δεσμεύσεις της πολεοδομικής νομοθεσίας –εγώ θα έλεγα και της αρχαιολογικής αλλά εκεί θα πηγαίναμε πολύ μακριά- θα βοηθήσουμε και την τοπική αυτοδιοίκηση να αποκτήσει τους πόρους ώστε να προχωρήσει σε αυτού του είδους τις πρωτοβουλίες. 

Όσον αφορά το άρθρο 20 παράγραφος 1 για το δικαίωμα στην προσωρινή δικαστική προστασία δεν κατάλαβα, γιατί υπάρχει αντίρρηση στο να δίνεται η ίδια προστασία και στα ασφαλιστικά μέτρα. Καμμιά φορά δεν είναι καθόλου ασφαλιστικά και γρήγορα, αλλά γίνονται πολύ περισσότερο αργόσυρτα από την τακτική διαδικασία. Και το νόημα αυτής της αλλαγής είναι η τελευταία φράση που λέει, ότι η προσωρινή δικαστική προστασία πρέπει να παρέχεται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εδώ μου είναι αδιανόητο, γιατί να μην θέλουμε μια μείζονα δικαστική προστασία του πολίτη και στο επίπεδο της προσωρινής δικαστικής προστασίας. 

Στο άρθρο 22, θα ήθελα να πω δύο λόγια. Στο άρθρο 22 φαίνεται ότι δεν υπάρχει σύμπτωση με κανένα κόμμα. Και μεταξύ τους τα υπόλοιπα κόμματα δεν βρίσκουν σύμπλευση, διότι το μεν Κομμουνιστικό Κόμμα δεν θέλει καμμία αναφορά ειδικά σε ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα φοβούμενο ότι αυτό το ελάχιστο θα συμπιέζεται συνεχώς προς τα κάτω, ο δε Λ.Α.Ο.Σ. από την άλλη μεριά δεν θέλει καμμία αλλαγή του άρθρου, εάν δεν μπει μέσα η διαφοροποίηση μεταξύ Ελλήνων και ξένων υπηκόων. 

Κύριε Πρόεδρε, αυτό δείχνει ότι κινούμαστε σε εκ διαμέτρου αντίθετες κατευθύνσεις κι επομένως δεν μπορεί να υπάρξει σύμπτωση. Εκείνο το οποίο εγώ οφείλω να πω και να διευκρινίσω για λογαριασμό της Νέας Δημοκρατίας είναι ότι την κοινωνική συνοχή την αντιλαμβανόμαστε όπως το λέει η λέξη. Εννοούμε ότι πρέπει να υπάρχει ένας υγιής κοινωνικός ιστός με διαβαθμίσεις -διότι όλοι οι κοινωνικοί ιστοί έχουν διαβαθμίσεις- και ότι αυτός ο ιστός τελεί υπό την προστασία της πολιτείας κι ότι πάντως υπάρχει ένα μίνιμουμ προστασίας, κάτω από το οποίο δεν μπορεί να κατέβει κανείς και αυτό είναι η αξιοπρεπής διαβίωση. Από εκεί και πέρα είναι θέμα του κοινού νομοθέτη, των διοικητικών και οικονομικών μέτρων που λαμβάνονται, της εισοδηματικής πολιτικής που ισχύει σε αυτό το θέμα, ώστε να πραγματωθεί η αληθής κοινωνική συνοχή, στην οποία πιστεύουμε. 

Τέλος, δεν αντιλαμβάνομαι, ούτε μπορώ να παραδεχθώ με κανέναν τρόπο τη διαφοροποίηση μεταξύ Ελλήνων υπηκόων και μη Ελλήνων υπηκόων και κυρίως την επέκταση αυτής της ιδέας και στο εξωτερικό, δηλαδή να κάνουμε μνεία των ατομικών δικαιωμάτων των Ελλήνων του εξωτερικού. Αυτό βέβαια έχει σχέση και με το άρθρο 108 και θα τα ξανακουβεντιάσουμε, όταν θα γίνει η συζήτηση περί αλλαγής του όρου «αποδήμου Ελληνισμού» με «Ελληνισμό της Διασποράς». Είναι όμως αυτονόητο ότι όταν το ελληνικό κράτος μεριμνά για τους απανταχού Έλληνες μεριμνά και για τα ατομικά τους δικαιώματα. Και αν μιλάμε για την Ευρώπη ή την Αμερική είναι αυτονόητο ότι υπάρχει αυτή η προστασία στις έννομες τάξεις στις οποίες διαβιούν κι εν πάση περιπτώσει η Ελλάδα μεριμνά για τη μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών του εξωτερικού, με τον τρόπο που πρέπει. 

Θα πρέπει εξάλλου να λάβουμε υπ’ όψιν μας και κάτι άλλο βεβαίως, ότι όλες αυτές οι ρήτρες περί προστασίας ατομικών δικαιωμάτων κάποιων ξένων που βρίσκονται στο εξωτερικό, όλες αυτές ισχύουν με τη ρήτρα της αμοιβαιότητας και δεν ξέρω πώς συμβιβάζεται αυτή η ιδέα με την άλλη ιδέα που διατυπώθηκε από το ΛΑ.Ο.Σ. εν σχέσει με το άρθρο 22, ότι πρέπει να υπάρχουν διαφοροποιήσεις μεταξύ των Ελλήνων υπηκόων και των μη Ελλήνων, των διαβιούντων στη χώρα μας. Αυτές είναι επικίνδυνες ακροβασίες, τις οποίες δεν δικαιούται ούτε ο κοινός νομοθέτης να κάνει, ούτε καν ο συντάκτης διοικητικών πράξεων, πόσω μάλλον ο συντάκτης συνταγματικών διατάξεων. 

Τελειώνοντας, κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να πω ότι δεν βλέπω τη δυνατότητα να υπάρξει καμμία αλλαγή στις διατάξεις που έχουν κυκλοφορήσει όσον αφορά την πρώτη ενότητα, για τους λόγους που ανέφερα προηγουμένως. Δεν υπάρχει ένα κοινός παρονομαστής, στον οποίο θα μπορούσαμε να καταλήξουμε για να υιοθετήσουμε μία ρύθμιση. Πάντως θέλω να εκφράσω την ικανοποίησή μου ότι διεξήχθη και σ’ αυτή την ενότητα μια εποικοδομητική συζήτηση που βοηθάει στην κατανόηση μεταξύ μας, μεταξύ των κομμάτων και τελικά βοηθάει στην προαγωγή της Δημοκρατίας.

Print
1157 Rate this article:
No rating

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω