Search
× Search

Ομιλίες - Ολομέλεια

/ Κατηγορίες: Ομιλίες - Ολομέλεια

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΛΖ'-11.12.2002(Ν.3090/2002):Σ.Ν. Υπ. Δικαιοσύνης"Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Καταστημάτων κράτησης"(Εισηγήτρια)

Οι επιφυλάξεις μας παραμένουν για τα άρθρα 1 έως 5, συνεπώς και η αρνητική μας ψήφος, αλλά θα μου επιτρέψετε να κάνω μερικές παρατηρήσεις που διευκρινίζουν τη θέση μας και ίσως βοηθήσουν τον κύριο Υπουργό ανάλογα αλλά και κατά την εφαρμογή των άρθρων αυτών. 

Οι βασικές επιφυλάξεις αναφέρονται στην εποπτεία του σώματος, στον τρόπο επιλογής εκείνων που το απαρτίζουν και στις αρμοδιότητες. Επανειλημμένα ο κύριος Υπουργός συνέκρινε το σώμα αυτό με την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Αστυνομίας που είναι επιτυχής και το έχουμε διαπιστώσει πολλές φορές στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας. Υπάρχουν όμως ουσιώδεις διαφορές που έχουν τη σημασία τους. 

Πρώτα απ’ όλα αυτό το σώμα, η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, δεν υπόκειται σε πολιτικό πρόσωπο, υπόκειται στον αρχηγό της Αστυνομίας. Είναι ένα αστυνομικό σώμα και ξέρουμε ότι δεν υπάρχει σύγκριση από άποψη αποστολής και θεσμικής θεμελίωσης μεταξύ του αρχηγού της Αστυνομίας και του γενικού γραμματέα ενός Υπουργείου, ο οποίος είναι μία καθαρά πολιτική επιλογή. Επομένως τίθεται το θέμα, πώς θα ενισχύσουμε έναν περιορισμό των πολιτικών επιρροών επί αυτού του σώματος και κατά την επιλογή, αλλά και κατά την άσκηση των καθηκόντων. 

Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλη λύση παρά να ενισχυθεί ο εποπτικός ρόλος του Εισαγγελέως Εφετών που προβλέπεται στο άρθρο 4, ώστε ο Εισαγγελέας Εφετών να μην εποπτεύει μόνο την προκαταρκτική εξέταση και την προανάκριση που διενεργούν αυτοί οι υπάλληλοι, αλλά να εποπτεύει ολόκληρη τη δράση τους. Δηλαδή όταν κάνουν ελέγχους ή προσπαθούν να εξασφαλίσουν στοιχεία εκτός προκαταρκτικής εξέτασης και προανάκρισης για ενδεχόμενη τέλεση αξιοποίνων πράξεων, να μην υπόκεινται μόνο στον εποπτικό έλεγχο του Υπουργείου Δικαιοσύνης άρα σ΄ ένα πολιτικό πρόσωπο, αλλά να διευρυνθεί αυτός ο εποπτικός ρόλος του εισαγγελέως εφετών και στο διοικητικό μέρος. 

Δεν νομίζω ότι υπάρχει σύγκρουση, δηλ. να δημιουργούμε στεγανά ότι οι εισαγγελείς έχουν καθαρά δικαιοδοτικό έργο και οι άλλοι διοικητικό, διότι ο εισαγγελέας στο σύστημα της ποινικής δικονομίας μας έχει μικτό χαρακτήρα: Δεν είναι μόνο δικαιοδοτικό όργανο, είναι και όργανο της εκτελεστικής εξουσίας. Συνεπώς θα έλεγα, ο εισαγγελέας εφετών, που εποπτεύει, να εποπτεύει όχι μόνο την προκαταρκτική εξέταση και την προανάκριση, αλλά ολόκληρο το έργο που κάνουν αυτά τα όργανα. 

Το δεύτερο σημείο έχει σχέση με την επιλογή. Εδώ η επιλογή γίνεται αποκλειστικά από την πολιτική εξουσία, από τον Υπουργό Δικαιοσύνης ή από τον αρμόδιο Υπουργό, αν το μέλος -προέρχεται από άλλο Υπουργείο. Υπάρχει σοβαρή διαφορά με την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων. Εκεί για τον εποπτεύοντα αποφαίνεται και η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, απ’ ό,τι βλέπω στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του ν. 2713/99. Ζητείται βεβαίως η γνώμη, δεν επιλέγεται. Νομίζω ότι και μετά το νέο Σύνταγμα η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας μπορεί να δέχεται αρμοδιότητες γνωμοδοτικές και για άλλες υποθέσεις πέραν αυτών που της αναθέτει ευθέως το Σύνταγμα. 

Οι υπόλοιποι επιλέγονται από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας. Βλέπετε πόσες διασφαλίσεις υπάρχουν εδώ για μια ελεγκτική δημόσια υπηρεσία και ότι στο συζητούμενο σώμα δεν υπάρχει καμία διασφάλιση αφού όλοι επιλέγονται ανεξέλεγκτα από τον Υπουργό. 

Ακόμα θα έλεγα να μελετηθεί, μήπως τουλάχιστον αφού δεν δέχεται τίποτα από όλα αυτά ο Υπουργός, να ζητεί τουλάχιστον τη γνώμη του Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου Φυλακών που εδρεύει στο Υπουργείο, το οποίο τον συμβουλεύει τέλος πάντων για θέμα αντεγκληματικής και σωφρονιστικής πολιτικής. Ας ρίχνουν μια ματιά στους φακέλους, εάν υπάρχει η απαραίτητη εξειδίκευση. Είναι και αυτό ένας σχετικός περιορισμός που δίνει μια αίσθηση ασφαλείας. 

Ως προς τις αρμοδιότητες τώρα, η προανάκριση σύμφωνα με το 243, δηλαδή όταν επίκειται κίνδυνος εκ της αναβολής, είναι αυτονόητη. Κάθε προανακριτικός υπάλληλος έχει αυτήν την εξουσία. Μπορεί όμως να δημιουργήσει κάποιες απορίες και σύγχυση αυτή η προκαταρκτική εξέταση, την οποία μπορούν να διενεργούν. Ποιος τη διατάσσει; Ασφαλώς μπορεί να τη διατάξει ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών που ασκεί τη δίωξη και να την αναθέσει σε αυτούς τους προανακριτικούς υπαλλήλους. Εκεί δεν υπάρχει πρόβλημα. Από εκεί και πέρα θα μπορεί να διατάσσει προκαταρκτική εξέταση για εγκλήματα μέσα στις φυλακές, παράλληλα και ανεξάρτητα από τον εισαγγελέα ποινικής δίωξης ή τον εποπτεύοντα εισαγγελέα, τον αρμόδιο για την εποπτεία της κάθε φυλακής, και ο σούπερ εποπτεύων εισαγγελέας εφετών; Διότι σύμφωνα με το άρθρο 35 της Ποινικής Δικονομίας, προκαταρκτική εξέταση διατάσσει και ο εισαγγελέας εφετών για εγκλήματα στην περιφέρειά του. Δηλαδή αν γίνει κάτι στη Θεσσαλονίκη, μπορεί να διατάξει ο εισαγγελέας εφετών; Εδώ όμως έχουμε μια διεύρυνση του άρθρου 35 της ποινικής δικονομίας, οπότε και ο εισαγγελέας εφετών Αθηνών θα μπορεί να διατάσσει μόνος του προκαταρκτική εξέταση για τις φυλακές Διαβατών της Θεσσαλονίκης και να την αναθέτει σ΄ έναν από τους υπαλλήλους του Σώματος αυτού; Νομίζω ότι εδώ θα έχουμε σύγχυση αρμοδιοτήτων και γι’ αυτό η γνώμη μου είναι να υπάρξει περιορισμός της προκαταρκτικής εξέτασης ή τουλάχιστον ο εισαγγελέας εφετών Αθηνών που εποπτεύει κατά το άρθρο 4 να μην μπορεί να διατάσσει προκαταρκτική εξέταση σε όλες τις φυλακές της χώρας.[…] 

 

 

Ίσως θα μπορούσε να μπει κάπου αυτό που λέγεται στο νόμο για την Αστυνομία, ότι δηλ. ενεργεί η υπηρεσία προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση κατά το άρθρο 243 παράγραφος 2 για τη βεβαίωση των εγκλημάτων και παραπέμπει τους υπαιτίους στην αρμόδια για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελική αρχή. Δηλαδή να πηγαίνουν όλα στον εισαγγελέα που ασκεί την ποινική δίωξη. 

Ως προς τις άλλες διατάξεις του άλλου κεφαλαίου, στο άρθρο 6 δεν έχω να κάνω καμία παρατήρηση. Σωστές είναι οι αλλαγές. Σωστά παρεμβάλλεται κάποιο όργανο που εκφέρει γνώμη προς τον Υπουργό, όταν πρόκειται να πάρει κρίσιμες αποφάσεις για την ανάκληση της απέλασης και για την εκτέλεση της υφ’ όρων απόλυσης. Οι διορθώσεις καλώς έγιναν. 

Στο άρθρο 370Α του Ποινικού Κώδικα είμαστε σύμφωνοι με την επίταση των ποινών και την κατάργηση της κατ’ έγκληση δίωξης για τη χρήση των παρανόμων παρακολουθήσεων. 

Θέλω, όμως, μία απάντηση σε μία ερώτηση που είχα κάνει στην επιτροπή: Γιατί από την παράγραφο 4 που επιτρέπει τη χρήση παράνομων αποδεικτικών μέσων ενώπιον δικαστικής αρχής –ευτυχώς μόνο δικαστικής- παρελήφθη και η εκπλήρωση καθήκοντος; Επειδή θα έχουμε την ιδιότητα του μάρτυρα, ο οποίος χρησιμοποιεί αυτές τις παράνομες μαγνητοφωνήσεις, θα μπορεί να συμβαίνει και εκπλήρωση καθήκοντος. Γι’ αυτό ερωτώ, γιατί να μην περιλάβουμε αυτό που υπάρχει σε αυτόν τον δικαιολογητικό λόγο και η εκπλήρωση καθήκοντος; 

Και μια απάντηση σε εσάς, κύριε Πρόεδρε. Θέσατε πολύ σωστά το θέμα της ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Υπάρχει στο άρθρο 370Γ –αλλά δεν είμαι σίγουρη αν σας καλύπτει πλήρως- μία διάταξη η οποία λέει «όποιος αποκτά πρόσβαση σε στοιχεία που έχουν εισαχθεί σε υπολογιστή ή σε περιφερειακή μνήμη υπολογιστή ή μεταδίδονται με συστήματα τηλεπικοινωνιών, εφόσον οι πράξεις αυτές έγιναν χωρίς δικαίωμα ιδίως με παραβίαση απαγορεύσεων ή μέτρων ασφαλείας που είχε λάβει ο νόμιμος κάτοχός τους, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τρεις μήνες ή με χρηματική ποινή». Η περιγραφή εμένα μάλλον με καλύπτει. Αλλά δεν με καλύπτει καθόλου η ποινή. Διότι όταν εδώ βάζουμε φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους με την τελευταία πρόταση που έφερε ο Υπουργός, δεν μπορούμε να μείνουμε σε μία φυλάκιση μέχρι τρεις μήνες για την παραβίαση παραδείγματος χάρη του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που είναι ό,τι είναι και ένα τηλεφώνημα.[…] 

 

 

Έρχομαι στο άρθρο 7 και επικροτώ όλες τις αλλαγές που έχουν γίνει. Ιδίως απαγορεύει στον κατηγορούμενο να καταργεί αλληλοδιαδόχως και συνολικά όλους τους συνηγόρους του επί κακουργήματι. Η λύση που του επιτρέπει να καταργήσει ένα μόνο, είναι σύμφωνη με όσα ισχύουν, είναι σύμφωνη με τον αυτοτελή χαρακτήρα της υπεράσπισης ως δικαιώματος. Δεν είναι ένα λειτούργημα εξαρτώμενο εξ ολοκλήρου από τη βούληση του κατηγορουμένου, αλλά ο συνήγορος ασκεί και αυτοτελές λειτούργημα και η πολιτεία είναι υποχρεωμένη και από το Σύνταγμα και από το νόμο να εξασφαλίσει οπωσδήποτε υπεράσπιση, ακόμα και αν ο κατηγορούμενος δεν την θέλει. Εκείνο που μπορεί να κάνει είναι να αλλάξει το πρόσωπο για έναν τουλάχιστον και να μην καταργεί συλλήβδην όλους, πράγμα που θα πρέπει να γίνεται μάλλον για παρέλκυση της δίκης. 

Έρχομαι στο επίμαχο άρθρο 8, το οποίο μάλλον δεν είναι επίμαχο τελικά γιατί συγκεντρώνει την επιδοκιμασία της μεγάλης πλειοψηφίας της Βουλής. Ισχύουν όσα είπα επί της αρχής. Βλέπουμε τη διάταξή μας να επαναλαμβάνεται αυτολεξεί και αυτό μας ικανοποιεί. Αν είχε έρθει νωρίτερα θα είχαμε γλιτώσει από όλες αυτές τις αθλιότητες που έχουμε παρακολουθήσει στην τηλεόραση, από τη μετάδοση στιγμιοτύπων από ποινικές δίκες που κάθε άλλο παρά την εικόνα της μυσταγωγίας μεταφέρουν, που είναι πράγματι η ποινική δίκη. 

Δύο πράγματα να παρατηρήσω ακόμη. Το ένα είναι μήπως πρέπει να δώσουμε στο δικαστήριο, όταν επιτρέπει για λόγους δημοσίου συμφέροντος, το δικαίωμα να επιτρέπει «εν όλω ή εν μέρει» τις ενέργειες αυτές, δηλαδή την κινηματογράφηση, τη βιντεοσκόπηση. Να μην βγαίνει η εντύπωση ότι το δικαστήριο θα πει ένα ναι ή ένα όχι, αλλά ότι θα βγάζει μια απόφαση με την οποία θα θέτει κάποιους όρους, χρονικούς, ποιοτικούς κλπ., για να επιτρέψει την κινηματογράφηση, τη βιντεοσκόπηση και τη μετάδοση.

Ειπώθηκε και συμφωνώ ότι υπάρχει μια ανάγκη κάποιες μεγάλες ιστορικές δίκες να απεικονίζονται και σε βίντεο και να φυλάσσονται για λόγους αρχειακούς, για την ιστορία ή για την μελέτη. Να εξασφαλίζεται, όμως, η μη χρήση τους με το πρόσχημα ή με την αληθινή επίκληση του επιστημονικού ενδιαφέροντος. Δεν μπορώ αυτήν τη στιγμή να κάνω συγκεκριμένες προτάσεις. Μήπως, όμως, θα έπρεπε να μείνει κάπως ανοικτή η πόρτα της αρχειοθέτησης, ορίζοντας ότι ουσιώδες δημόσιο συμφέρον αποτελεί και η αρχειοθέτηση, η βιντεοσκόπηση, η μαγνητοσκόπηση μιας ιδιαιτέρως σημαντικής δίκης για λόγους αρχειακούς και πάντα με τήρηση της μη πρόσβασης του κοινού; Αν μετά από τριάντα, σαράντα χρόνια είναι προσβάσιμες, είναι άλλη ιστορία. 

Έχω μια επιφύλαξη για την παράγραφο 2 του άρθρου 8. Οι προσαγόμενοι στις ανακριτικές αρχές απαγορεύεται να κινηματογραφούνται και να μεταδίδονται εφόσον αυτοί δεν έχουν συναινέσει προηγουμένως ρητά. Εγώ δεν θα ήθελα ούτε και αυτό. 

Δηλαδή, αν κάποιος προσαγόμενος θέλει να κάνει το σόου του στην τηλεόραση τότε αφήνονται ελεύθερα τα μέσα να τον κινηματογραφούν και απομακρύνονται μόνο όταν αυτός θα λέει ότι δεν θέλει; Μου φαίνεται ότι και εδώ υπάρχει ένα δημόσιο συμφέρον να μην εκτίθεται όχι μόνο το πρόσωπο, αλλά και ολόκληρη η διαδικασία της σύλληψης, προσαγωγής και ανάκρισης να μην εξαρτάται από τις διαθέσεις του εκάστοτε προσαγομένου.[…] 

 

 

Εγώ πιστεύω και ας γραφεί στα Πρακτικά, ότι ο εισαγγελεύς κατά το σύστημά μας είναι δικαιοδοτικό όργανο και όργανο της εκτελεστικής εξουσίας και μπορούν να του ανατίθενται και όργανα εποπτικά της διοίκησης. Εγώ θα ήμουν ευχαριστημένη, αν προσθέτατε στο άρθρο 4: «Η προκαταρκτική εξέταση και η προανάκριση που ενεργείται από το Σώμα, καθώς και η εν γένει ελεγκτική δραστηριότητα στη φυλακή εποπτεύεται από τον εισαγγελέα εφετών». 

Επίσης, η σύγχυση με τις παραγγελίες για προκαταρκτική εξέταση μπορεί να υπάρξει (ας ελπίσουμε ότι δεν θα υπάρξει), διότι θα δίνει παραγγελία για προκαταρκτική και ο εισαγγελεύς της δίωξης και ο εποπτεύων εισαγγελεύς. 

Η άλλη παρατήρηση έχει σχέση με το άρθρο 370. Δεν είναι σωστό ότι η έλλειψη, την οποία επεσήμανα, για την εκπλήρωση καθήκοντος καλύπτεται από το άρθρο 20. Αν διαβάσετε και το άρθρο 367 για τη δυσφήμιση που είναι ταυτόσημο με το δικό σας, περιλαμβάνεται και η άσκηση καθήκοντος και η διαφύλαξη ενδιαφέροντος. Πρέπει να κάνουμε και λίγο μάθημα. Το άρθρο 20 δεν την καλύπτει. Από το άρθρο 20 καλύπτονται οι δύο πρώτες παράγραφοι του άρθρου 370Α, δηλαδή η παρακολούθηση της τηλεφωνικής συνδιάλεξης για εκπλήρωση καθήκοντος, όταν πρόκειται για ανακριτή ή όργανο της εθνικής ασφαλείας. Αυτή η πράξη παρακολούθησης καθεαυτή είναι εκπλήρωση καθήκοντος και καλύπτεται από το άρθρο 20. Γι’ αυτό και δεν αναφέρεται στις περιπτώσεις 1 και 2. 

Η χρήση όμως στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 4 –γιατί αναφέρεται στην παράγραφο 3, όπως θα είδατε- δεν είναι εκπλήρωση καθήκοντος. Η χρήση αυτή καθεαυτή δεν δικαιολογείται με το άρθρο 20. Όταν πάει κάποιος να καταθέσει σε μια δίκη και έχει στην τσέπη του μια κασέτα που ελήφθη παρανόμως και πρέπει να καταθέσει, διότι είναι μάρτυρας, αυτός δεν θα καλυφθεί, αν δεν βάλετε και την εκπλήρωση καθήκοντος μέσα στην παράγραφο 4. 

Για συντομία σάς παραπέμπω στο άρθρο 367 του Ποινικού Κώδικος που είναι πανομοιότυπο. Εκεί δικαιολογείται η εξύβριση και η δυσφήμιση. Το άρθρο 367 περίπτωση γ΄ έχει ως εξής: «Δικαιολογούνται οι εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον.» Αν δεν μπει και αυτό, η χρήση στο δικαστήριο της παράνομης κασέτας από υπάλληλο που πρέπει να καταθέσει ή από μάρτυρα που έχει υποχρέωση μαρτυρίας δεν θα καλυφθεί.

Print
691 Rate this article:
No rating

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω