Search
× Search

Ομιλίες - Ολομέλεια

/ Κατηγορίες: Ομιλίες - Ολομέλεια

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ Μ'-1 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003(Ν.3189/2003):Σχέδιο νόμου Υπ. Δικαιοσύνης "Αναμόρφωση της ποινικής νομοθεσίας ανηλίκων και άλλες διατάξεις"

Ξεκινάμε από τη βασική παραδοχή ότι ο ανήλικος παραβάτης δεν είναι εγκληματίας. Δεν είναι μικρογραφία ενός ενήλικα εγκληματία και δεν μπορεί να τύχει παρά ειδικής μεταχείρισης προσαρμοσμένης στην προσωπικότητά του και στις ανάγκες του, μιας μεταχείρισης που θα είναι προσανατολισμένη προς το μέλλον. Γι’ αυτό και έγκαιρα στην παγκόσμια σκηνή και ειδικά στο χώρο των ποινικών επιστημών καθιερώθηκε η αντίληψη, ότι το δίκαιο των ανηλίκων πρέπει να είναι προνοιακό δίκαιο και να αντιμετωπίζει τον ανήλικο με πνεύμα πατρικής διαπαιδαγώγησης. 

Τα βασικά στοιχεία αυτού του προνοιακού δικαίου μέχρι πρότινος ήταν πρώτα ο ειδικός δικαστής ανηλίκων, εξειδικευμένος, καταρτισμένος και ειδικά εκπαιδευμένος για τη μεταχείριση ανηλίκων δραστών. Το δεύτερο στοιχείο μια υπηρεσία υποβοηθητική του έργου του δικαστή ανηλίκων, οι λεγόμενοι επιμελητές ανηλίκων που θα αναλαμβάνουν την εν τοις πράγμασιν διαπαιδαγώγηση και παρακολούθηση του ανηλίκου. Το τρίτο βασικό στοιχείο είναι οι ειδικές κυρώσεις. Οι ποινές για τους ανηλίκους δε θα μπορούσαν σε καμιά περίπτωση να είναι μικρογραφία των κυρώσεων που επιβάλλονται στους ενηλίκους.

Το προβάδισμα στο προνοιακό δίκαιο σε σχέση με τους σκοπούς της ποινής είναι σαφώς η ειδική πρόληψη. Όλα τα μέτρα που λαμβάνονται και οι κανόνες επιμέτρησής τους πρέπει να προσανατολίζονται προς την πρόληψη της τέλεσης νέων εγκλημάτων από τους ανηλίκους. 

Φυσικά οι ιδέες αυτές γόνιμες και εξανθρωπιστικές, όπως όλα τα συστήματα οδηγήθηκαν και σε εκφυλιστικά φαινόμενα. Και έτσι φθάσαμε σε σημεία όπου το ιδανικό, ο σκοπός της ειδικής πρόληψης να οδηγεί σε υπέρμετρες επιβαρύνσεις στη μεταχείριση των ανηλίκων με τον άγιο σκοπό ο ανήλικος να διαπαιδαγωγηθεί. Αλλά ας μην ξεχνάμε ποτέ, ότι και οι καλύτερες προθέσεις για την διαπαιδαγώγηση ενός ανθρώπου και μάλιστα ανηλίκου, μπορούν να οδηγήσουν σε τέτοιες ακρότητες, ώστε να παραβιάζεται βάναυσα η άλλη βασική αρχή του ποινικού δικαίου, μια κατάκτηση, δηλαδή η αρχή της ενοχής. 

Γι’ αυτό και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έγκαιρα απασχολήθηκε με το θέμα της μεταχείρισης των ανηλίκων και εκτός από τη σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων των ανηλίκων κατήρτισε και τους λεγόμενους ειδικούς κανόνες του ΟΗΕ για τη μεταχείριση των ανηλίκων που παραβιάζουν τον ποινικό νόμο. 

Η περαιτέρω πρόοδος που σχηματίστηκε εν σχέσει με το ισχύον προνοιακό δίκαιο ήταν η θέση περιορισμών στην ειδική πρόληψη. Η θέση δηλαδή περιορισμών στη μεταχείριση του ανηλίκου προς το σκοπό διαπαιδαγώγησής του. Οι κύριες ιδέες που πρυτανεύουν σήμερα και πρέπει να αποτυπώνονται στα σχετικά νομοθετήματα είναι ότι ο εγκλεισμός ή ο ποινικός σωφρονισμός πρέπει να είναι το πραγματικά έσχατο μέτρο που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποφευχθεί για τη διαπαιδαγώγηση και αποτροπή του ανηλίκου από νέες αξιόποινες πράξεις. Και πάντως είτε πρόκειται για αναμορφωτικό είτε πρόκειται για θεραπευτικό είτε πρόκειται για ποινικό μέτρο ή ποινικό σωφρονισμό αυτό πρέπει να είναι το λιγότερο επιβαρυντικό για τον ανήλικο. Αυτοί οι καθοδηγητικοί κανόνες πρέπει να αποτυπώνονται και στους νόμους για να αποτελούν κατευθυντήρια γραμμή και δέσμευση του δικαστή, η οποία δέσμευση θα πρέπει να ελέγχεται από τα ανώτατα δικαστήρια. 

Ας δούμε αν αυτό το νομοσχέδιο ικανοποιεί αυτούς τους κανόνες που είναι πράγματι και ο σκοπός του όπως διαβάσαμε στην εισηγητική έκθεση. Θα έλεγα πως είναι ένα θετικό και σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή του εκσυγχρονισμού του δικαίου των ανηλίκων, σύμφωνα με τις σύγχρονες κατευθύνσεις. Τουλάχιστον σε ορισμένα σημεία ευθυγραμμίζεται με τους βασικούς κανόνες του ΟΗΕ τους οποίους και αποτυπώνει. Το ότι μπαίνει χρονική διάρκεια σ’ όλα τα μέτρα και ιδιαίτερα στον ποινικό σωφρονισμό, δηλαδή δεν αφήνεται ελεύθερο το ανώτατο όριο και να καθορίζεται κάθε τόσο από το δικαστήριο ανάλογα με την πρόοδο, το ότι μπαίνει μια σαφής χρονική διάρκεια, είναι κάτι που ανταποκρίνεται σ’ αυτούς τους κανόνες. 

Σ’ ένα σημείο που κατ’ εμέ δεν κάνει το παραπάνω βήμα που πρέπει να γίνει είναι στον καθορισμό των κριτηρίων, με τα οποία ο δικαστής επιλέγει είτε τα αναμορφωτικά μέτρα είτε τον ποινικό σωφρονισμό, τον εγκλεισμό δηλαδή. 

Στα αναμορφωτικά μέτρα έχω δύο παρατηρήσεις. Η μια είναι γενική παρατήρηση. Θα έπρεπε μέσα στο άρθρο 122 να υπάρχει μια υπόδειξη προς το δικαστή που θα λέει, πως σε κάθε περίπτωση, επειδή σ’ αυτό το άρθρο δεν υπάρχουν υποδείξεις ποιο μέτρο θα διαλέξει και πόσο βαρύ θα το επιμετρήσει θα έπρεπε λοιπόν να υπάρξει μια υπόδειξη που θα υποδεικνύει ότι με το κάθε επιμορφωτικό μέτρο να επιβάλλεται η ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση στον ανήλικο και κυρίως να αποφεύγονται οι υπέρμετρες απαιτήσεις. 

Ένα δεύτερο σημείο που μου προκαλεί ενδοιασμούς –το είπα και στην επιτροπή- είναι ότι ως ειδικό μέτρο προβλέπεται η αποζημίωση του θύματος ή η άρση των συνεπειών της πράξης. Επειδή με τον όρο «αποζημίωση» στο Αστικό εννοούμε την εξ ολοκλήρου κάλυψη της ζημίας αυτού που υπέστη τη ζημία, είναι ενδεχόμενο να οδηγηθούμε σε επιδικάσεις αποζημιώσεων που δεν θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις δυνατότητες του ανηλίκου. 

Η άλλη έλλειψη, την οποία επισήμανα και στην επιτροπή, είναι ότι ο ποινικός σωφρονισμός επιβάλλεται, όταν το δικαστήριο κρίνει ότι είναι αναγκαίος για να συγκρατηθεί ο ανήλικος από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων. Αυτό είναι κάτι που θεωρώ επικίνδυνο, δεδομένου ότι είναι πάρα πολύ μεγάλη η ελευθερία του δικαστή και δεν ξέρουμε πού μπορεί να φθάσει, ενώ σύμφωνα με τους κανόνες του ΟΗΕ θα έπρεπε να μπαίνουν κάποιες προϋποθέσεις για την επιβολή αυτού του μέτρου, όπως το είδος του εγκλήματος που τέλεσε ο ανήλικος, αν για παράδειγμα είναι έγκλημα βίας ή αν χρειάζεται για να αποτραπεί από την τέλεση άλλων σοβαρών εγκλημάτων και όχι οποιασδήποτε παράβασης. 

Αν συνδυάσουμε αυτές τις ελλείψεις που εξέθεσα με την ανεπάρκεια των υποδομών που έχουμε στη χώρα μας, θα πρέπει να καταλάβετε ότι μπορούμε να οδηγηθούμε σε επικίνδυνες καταστάσεις. 

Δεν έχουμε εξειδικευμένους δικαστές, ενώ αυτοί οι δικαστές δεν είναι μόνιμοι για μεγάλο χρονικό διάστημα στο έργο των ανηλίκων. Δεν έχουμε επαρκείς επιμελητές ανηλίκων και κατάλληλα καταρτισμένους –τα είπε και ο εισηγητής μας και δεν θα επαναλάβω τα νούμερα- και βεβαίως δεν έχουμε και τα καλύτερα καταστήματα κράτησης. Επιπλέον, απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι δεν υπάρχει η δυνατότητα του βασικού μέτρου –εκτός εάν έχουμε προοδεύσει και το έχουμε και αυτό- της ημιελεύθερης διαβίωσης, δηλαδή ο ανήλικος να μένει το βράδυ στο κατάστημα κράτησής του και να παρακολουθείται η εξέλιξή του, αλλά την ημέρα να μπορεί να δουλεύει σε μία κανονική, εκτός του ιδρύματος εργασία. 

Τέλος, κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να παρατηρήσω εν σχέσει και ειδικά με τους ανηλίκους ότι αυτή η υπέρμετρη μείωση του ανωτάτου ορίου της ποινής για το χρήστη ναρκωτικών –η ποινή μειώθηκε απότομα από τα πέντε χρόνια, κάτι που ήταν πραγματικά υπερβολικό και δεν μπορούσε ποτέ να καταγνωστεί, στον ένα χρόνο- θα γίνει αντιληπτή προς τα έξω ως μία ελαστικοποίηση της αυστηρότητας της πολιτείας απέναντι στην καταπολέμηση των ναρκωτικών. 

Είναι βέβαιο, όπως είπε και ο κύριος Υπουργός, ότι οι ποινές είτε με τα πέντε χρόνια είτε με τον ένα χρόνο θα κυμαίνονται στους δύο ή στους τρεις μήνες εξαγοραζόμενες. Τότε, όμως, γιατί μειώνουμε τις ποινές τόσο δραστικά; Για να δείξουμε ότι οδεύουμε προς την αποποινικοποίηση της χρήσης; Νομίζω ότι δεν πρέπει να δώσουμε αυτό το μήνυμα προς καμία κατεύθυνση. Εγώ θα ήμουν υπέρ μιας συντηρητικότερης μείωσης του ανωτάτου ορίου των ποινών. 

Τα υπόλοιπα θα τα αναπτύξω στη συζήτηση των άρθρων.

Print
780 Rate this article:
No rating

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω