Search
× Search

Ομιλίες - Ολομέλεια

/ Κατηγορίες: Ομιλίες - Ολομέλεια

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΟΕ'-18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2003(Ν.3126/2003):Σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης"Ποινική ευθύνη των Υπουργών"

Λύσαμε ορισμένα άλυτα θέματα στο άρθρο 86, αλλά αφήσαμε και πολλά τα οποία πρέπει αυτός ο νόμος να διευκρινίσει και σ’ ουσιαστικό επίπεδο και σε διαδικαστικό. Και θέλω να περιορίσω το ενδιαφέρον μου σε αυτά μόνο τα θέματα και κυρίως υπό το πρίσμα ότι αν είναι ευνοϊκότερη η μεταχείριση του Υπουργού μέσα στο άρθρο 86 από το Σύνταγμα, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνει ευνοϊκότερη ακόμα περισσότερο με τον παρόντα νόμο. 

Δύο είναι τα βασικά θέματα. Οι διάφορες προθεσμίες που επηρεάζουν το αξιόποινο και τη δίωξη και το δεύτερο μεγάλο θέμα είναι, ποια θα είναι η μεταχείριση των συμμετόχων. 

Ως προς τις προθεσμίες έρχομαι αμέσως στο θέμα της παραγραφής, γιατί το θεωρώ μείζον και αφορά το άρθρο 3 του νόμου. Καθιερώνεται δεκαετής παραγραφή για όλα τα εγκλήματα είτε είναι πλημμελήματα είτε είναι κακουργήματα. Υπάρχει δηλαδή μία ευνοϊκή μεταχείριση του Υπουργού. Θα συμφωνήσω με το συνάδελφο κ. Λυκουρέζο ότι αν για τους κοινούς θνητούς η προθεσμία της παραγραφής των κακουργημάτων είναι δεκαπενταετής και εικασαετής –δεκαπενταετής ας πούμε γιατί περί αυτών των κακουργημάτων θα πρόκειται- δεν υπάρχει λόγος τουλάχιστον προς τα έξω να φαινόμαστε ότι καθιερώνουμε μία συντομότερη παραγραφή για τους Υπουργούς. Δεν πιστεύω βέβαια ότι θα φτάσουμε ποτέ στη δεκαπενταετία της παραγραφής, αλλά για λόγους αρχής δεν υπάρχει ανάγκη να είναι ευνοϊκότερος ο χρόνος της παραγραφής για τους Υπουργούς σε σχέση με τα κακουργήματα. 

Υπάρχει, επίσης, η παράγραφος 2, στην οποία αναφέρθηκε και ο κ. Ιωαννίδης, που μπλέκει αθεράπευτα τα πράγματα. Λέει η παράγραφος 2 ότι «το αξιόποινο των πράξεων εξαλείφεται» μετά το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της επόμενης βουλευτικής περιόδου, που αρχίζει μετά την τέλεση της αξιόποινης πράξης. Επομένως, εάν η Βουλή εντός δύο συνόδων δεν ασκήσει το δικαίωμά της, δεν λέει ο νόμος ότι χάνεται το δικαίωμα της Βουλής να ασκήσει δίωξη, αλλά λέει ότι «το αξιόποινο εξαλείφεται», δηλαδή δεν υπάρχει αξιόποινη πράξη. Άρα, πρόκειται για μια κρυπτοπαραγραφή, την οποία θεσμοθετούμε, για τους Υπουργούς, δηλαδή δύο χρόνια. 

Εγώ αυτό δεν το θέλω, διότι, αν μη τι άλλο, έχει επίπτωση στα θέματα των συμμετόχων. Ακυρώνεται η άλλη σωστή ρύθμιση που υπάρχει και στο Σύνταγμα και στο νόμο, που λέει ότι εάν δεν διωχθεί ο Υπουργός, οι συμμέτοχοι διώκονται ακωλύτως ενώπιον της τακτικής δικαιοσύνης. Εάν, όμως, έχει εξαλειφθεί το αξιόποινο λόγω μη χρήσεως για τον Υπουργό και για το συμμέτοχο αυτής της περιόδου, τότε θεωρώ πολύ αμφίβολο, εάν η τακτική δικαιοσύνη μπορεί να ασκήσει τη δίωξη κατά των συμμέτοχων. Θα πρέπει να γίνουν κατασκευές με το άρθρο 49 του Ποινικού Κώδικα, που το θεωρώ πάρα πολύ δύσκολο. 

Συνεπώς για να γυρίσω στα λόγια του κ. Ιωαννίδη, εδώ να πούμε ότι το δικαίωμα της Βουλής για τη δίωξη των πράξεων αυτών εξαλείφεται μετά το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου, αλλά το αξιόποινο μένει ακέραιο και η τακτική δικαιοσύνη μπορεί να ενεργήσει για τους συμμετόχους, όπως πρέπει να ενεργήσει. 

Εμείς οι Βουλευτές πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Υπάρχουν εκκρεμείς αυτήν τη στιγμή δύο σημαντικές δικογραφίες, των ελληνοποιήσεων και της ΔΕΚΑ χρηματιστηριακής, που έχουν παγώσει στη Βουλή, γιατί η Βουλή δεν τις προχωρεί και ούτε η δικαιοσύνη επιλαμβάνεται, δηλαδή οι δικογραφίες δεν αγγίζονται μέχρι ότου ψηφιστεί αυτός ο νόμος. 

Εδώ υπάρχει βέβαια και ένα άλλο τεράστιο θέμα, το οποίο κυοφορείται κατά τις πληροφορίες μου και που δεν πρέπει να περάσει, δηλαδή ότι η διάταξη του Συντάγματος περί συμμετόχων είναι ουσιαστική διάταξη και δεν εφαρμόζεται αναδρομικά, άρα δεν καλύπτει τις πράξεις πριν από το 2000. Αυτό το ζήτημα το θέτω, γιατί θα το βρούμε, κύριοι συνάδελφοι, ενδεχομένως μπροστά μας, αλλά δεν είναι του παρόντος για να το εξηγήσω. 

Εν πάση περιπτώσει, η ένστασή μου είναι, ότι εάν περάσουν δύο τακτικές σύνοδοι χωρίς να τις αξιοποιήσει η Βουλή, δεν εξαλείφεται το αξιόποινο της πράξης, εξαλείφεται το δικαίωμα της Βουλής να διώξει τους Υπουργούς. Από εκεί και πέρα το αξιόποινο παραμένει για όλες τις άλλες συνέπειες, μεταξύ των οποίων της διώξεως των συμμετόχων. 

Και επειδή μιλάω για την ευθύνη της Βουλής, θέλω να θέσω το εξής θέμα: Έρχεται η αναφορά του εισαγγελέα στη Βουλή. Δεν υπάρχει καμία προθεσμία της Βουλής για να εισαχθεί και να αποφασίσει επί της αναφοράς του Εισαγγελέα. Έχουμε την πείρα των υποθέσεων που εισήχθησαν. Εισήχθησαν στη Βουλή με το αίτημα της εξεταστικής επιτροπής, το οποίο απερρίφθη, αλλά η απόρριψη της εξεταστικής επιτροπής δεν είναι ευθεία απάντηση στην αναφορά του εισαγγελέα που σε ερωτά εάν θα ασκήσεις ή δεν θα ασκήσεις δίωξη. 

Επομένως, μια ίσως επιτυχής διάταξη του προηγούμενου νόμου που καταργείται, είναι εκείνη η οποία βάζει ένα όριο δέκα ημερών στη Βουλή –ίσως είναι μικρό, μπορεί να γίνει και μεγαλύτερο- εκτός του οποίου πρέπει να αποφασίσει, αφότου περιέλθει η αναφορά του εισαγγελέα. 

Βέβαια θα μου πείτε ότι αυτό είναι θέμα Κανονισμού και πέφτουμε στο άλλο θέμα, δηλαδή τι ρυθμίζει ο Κανονισμός. Δεν ξέρω, κύριε Ιωαννίδη, εάν είναι θέμα Κανονισμού, εάν ανήκει δηλαδή στα interna corporis της Βουλής, πότε θα απαντήσει στον εισαγγελέα, εάν θα ασκήσει δίωξη ή όχι. Νομίζω ότι αυτό είναι θέμα που αφορά στην ποινική αξίωση της πολιτείας. Είναι θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος και δεν είναι θέμα μόνο του Κανονισμού της Βουλής. Πρέπει να λυθεί μέσα στα διαδικαστικά που προβλέπει ο νόμος. 

Επίσης, θα ήθελα να συμφωνήσω και με το θέμα της ευνοϊκής μεταχείρισης των Υπουργών ως προς τους περιοριστικούς όρους τουλάχιστον. Δεν υπάρχει λόγος τουλάχιστον περιοριστικοί όροι να μην μπαίνουν στον Υπουργό. Έχουμε δει περιστατικά που συνέβησαν στην Ιταλία με δίωξη Υπουργών που εξαφανίστηκαν κλπ. Επομένως δεν υπάρχει λόγος να υπάρχουν τόσο ευνοϊκές ρυθμίσεις. 

Και μία τελευταία παρατήρηση και τελειώνω, κύριε Πρόεδρε. Τι είδους περιορισμός-φίμωση του εισαγγελέα είναι αυτή που λέει ότι σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται σ’ αυτόν που διενεργεί την έρευνα –είναι το άρθρο 4, παράγραφος 4- ή την εξέταση, αξιολόγηση των στοιχείων που έχουν σχέση με ενδεχόμενη ποινική ευθύνη Υπουργών; Είναι μία απάντηση στον κ. Ντογιάκο και στον κ. Παπαγγελόπουλο –αν θυμάμαι καλά ποιοι εισαγγελείς μας έστειλαν τα πορίσματα- που τους λέει: «Κύριοι, δεν πρέπει να μιλάτε. Να στέλνετε μία δικογραφία κι ένα διαβιβαστικό στη Βουλή και να αφήσετε τη Βουλή να τα βγάλει πέρα»; Δεν συμφωνώ καθόλου μ’ αυτήν τη φίμωση των εισαγγελέων.

Print
691 Rate this article:
No rating

Επικοινωνία

Σέκερη 1, 106-71, Αθήνα
τηλ. 2103675871-3
φαξ: 2103675668
email: benaki@parliament.gr

Όροι χρήσηςΠολιτική Απορρήτου© 2024 - Άννα Μπενάκη-Ψαρούδα
Επιστροφή πάνω